Pages

Sunday 19 February 2017

Σόφι Μαγδαληνή Σολ- Το Λευκό Ρόδο

Print Friendly and PDFPrint Friendly

Η Σόφι Μαγδαληνή Σολ (Sophia Magdalena Scholl, 9 Μαΐου 1921- 22 Φεβρουαρίου 1943) ήταν Γερμανίδα φοιτήτρια και επαναστάτρια, ενεργό μέλος της μη βίαιης αντιστασιακής οργάνωσης Λευκό Ρόδο στη Ναζιστική Γερμανία. Καταδικάστηκε για προδοσία, αφού εντοπίστηκε να μοιράζει αντιπολεμικά φυλλάδια στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου με τον αδερφό της Χανς. Ως αποτέλεσμα, εκτελέστηκαν και οι δύο στη γκιλοτίνα.
Από τη δεκαετία του 1970, η Σολ τιμάται ως μια από τις μεγαλύτερες ηρωίδες της Γερμανίας, για την αντίστασή της στο Τρίτο Ράιχ κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Ο πατέρας της Σολ, ο Ρόμπερτ, ήταν δήμαρχος του βόρειου Baden, όταν γεννήθηκε η Σόφι. Ήταν η 4η από 6 παιδιά.
Η Σολ ανατράφηκε ως Λουθηρανή. Πήγε σχολείο στην ηλικία των 7 ετών, μάθαινε πολύ εύκολα, και έζησε ανέμελα παιδικά χρόνια. Το 1930, η οικογένεια μετακόμισε στο  Λούντβισμπουργκ δύο χρόνια αργότερα στο Ούλμ,  όπου ο πατέρας της εργαζόταν ως σύμβουλος επιχειρήσεων.
Το 1932, η Σολ άρχισε να παρακολουθεί ένα σχολείο θηλέων. Στην ηλικία των 12 ετών, επέλεξε να ενταχθεί στην οργάνωση Bund Deutscher Madel (Ομάδα Γερμανών κοριτσιών), όπως έκαναν οι περισσότερες από τις συμμαθήτριες της, αλλά ο αρχικός ενθουσιασμός της αντικαταστάθηκε από σκεπτικισμό. Είχε επίγνωση των αντικρουόμενων πολιτικών ιδεολογιών του πατέρα της, των φίλων της και, επίσης, μερικών από τους δασκάλους της. Η πολιτική συμπεριφορά είχε γίνει απαραίτητο κριτήριο στην επιλογή των φίλων της. Η σύλληψη των αδερφών και φίλων της το 1937 για συμμετοχή στο Γερμανικό Κίνημα Νεολαίας την επηρέασε βαθύτατα.
Είχε ταλέντο στο σχεδιασμό και τη ζωγραφική και για πρώτη φορά ήρθε σε επαφή με μερικούς "περιθωριακούς" καλλιτέχνες. Όντας φανατική αναγνώστρια, ανέπτυξε ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για τη φιλοσοφία και τη θεολογία. Η πίστη της στον Θεό και στην απαραίτητη αξιοπρέπεια του κάθε ανθρώπου διαμόρφωσε τη βάση για την αντι-ναζιστική της ιδεολογία.
Την άνοιξη του 1940, αποφοίτησε από το σχολείο θηλέων, όπου το αντικείμενο του δοκιμίου της ήταν " Το χέρι που κούνησε την Κούνια, κούνησε ολόκληρο τον Κόσμο ". Καθώς είχε μεγάλη αδυναμία στα παιδιά, έγινε δάσκαλος σε νηπιαγωγείο στο Ινστιτούτο Frobel στο Ουλμ. Επέλεξε αυτή την εργασία ελπίζοντας ότι θα αναγνωριστεί ως εναλλακτική υπηρεσία στο Reichsarbeitsdienst (Εθνική Υπηρεσία Εργασίας), κάτι το οποίο ήταν προαπαιτούμενο ώστε να εισαχθεί σε πανεπιστήμιο. Κάτι τέτοιο όμως δεν έγινε, και την άνοιξη του 1941 ξεκίνησε μια εξάμηνη θητεία στη βοηθητική υπηρεσία πολέμου ως καθηγήτρια σε παιδικό σταθμό στο Μπλούμπεργκ. Το καθεστώς της Εθνικής Υπηρεσίας Εργασίας θύμιζε στρατιωτικό και αυτό προβλημάτισε τη Σολ και την οδήγησε στο να αρχίσει να εφαρμόζει παθητική αντίσταση.
Μετά την 6μηνη θητεία της, το Μάιο του 1942, γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου ως φοιτήτρια φιλοσοφίας και βιολογίας. Ο αδερφός της, Χανς, ο οποίος σπούδαζε ιατρική εκεί, την σύστησε στους φίλους του. Παρόλο που αυτή η ομάδα φίλων έγινε αργότερα γνωστή για τις πολιτικές της πεποιθήσεις, αρχικά συγκροτήθηκε λόγω της κοινής αγάπης για τις τέχνες, τη μουσική ,τη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία και τη θεολογία. Ορειβασία, σκι και κολύμβηση έπαιζαν επίσης σημαντικό ρόλο για αυτούς. Παρακολουθούσαν συχνά συναυλίες, θεατρικές παραστάσεις και λογοτεχνικές διαλέξεις μαζί.
Στο Μόναχο, η Σολ γνώρισε ένα μεγάλο αριθμό καλλιτεχνών, συγγραφέων και φιλοσόφων, συγκεκριμένα τους Carl Muth και Theodor Haecker, οι οποίοι αποτέλεσαν σημαντικές γνωριμίες για εκείνη. Το ερώτημα, το οποίο ανέλυαν, ήταν το πώς πρέπει να συμπεριφέρεται ένα άτομο που ζει σε δικτατορικά καθεστώτα. Στη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών του 1942, η Σολ έπρεπε να υπηρετήσει σε ένα μεταλλουργικό εργοστάσιο στο Ουλμ. Την ίδια περίοδο, ο πατέρας της ήταν στη φυλακή, καθώς είχε μιλήσει αρνητικά σε έναν υπάλληλο του για τον Χίτλερ.

Το Λευκό Ρόδο  


Με βάση την αλληλογραφία μεταξύ εκείνης και του δεσμού της, Fritz Hartnagel (η οποία αναλύθηκε από τους Gunter Biemer και Jakob Knab του περιοδικού Newman Studien), έδωσε 2 τόμους από τις ομιλίες του Καρδινάλιου John Henry Newman στον Hartnagel, όταν τον έστειλαν στο ανατολικό μέτωπο, το Μάιο του 1942. Η ανακάλυψη από τον Jakob Knab δείχνει τη σημασία που έπαιζε η θρησκεία στη ζωή της Σολ και τονίστηκε σε ένα άρθρο στο Catholic Herald της Αγγλίας. Το Λευκό Ρόδο ιδρύθηκε, αφού η Σολ και οι άλλοι διάβασαν μια αντιναζιστική ομιλία από τον Clemens August Graf von Galen (Το λιοντάρι του Munster), τον Ρωμαιοκαθολικό Επίσκοπο του Munster. Παρόλο που ήταν Λουθηρανή η Σολ συγκινήθηκε.
Αυτή και οι υπόλοιποι είχαν τρομοκρατηθεί από τις αναφορές του Hartnagel για τη συμπεριφορά των Γερμανών στο ανατολικό μέτωπο όπου ο Hartnagel είδε σοβιετικούς στρατιώτες να εκτελούνται μέσα σε λάκκους και έμαθε για τις μαζικές δολοφονίες των Εβραίων. Η αλληλογραφία της με τον Hartnagel ανέλυε σε βάθος την "θεολογία της συνείδησης" η οποία αναπτύχθηκε στα γραπτά του Newman. Αυτό παρουσιάζεται ως η κύρια γραμμή άμυνας της στα πρακτικά των ανακρίσεών της, οι οποίες οδήγησαν στη "δίκη" και την εκτέλεση της. Αυτά τα πρακτικά έγιναν η βάση για την ταινία του 2005 "Οι τελευταίες μέρες της Σόφι Σολ".



Δραστηριότητες του Λευκού Ρόδου

Τα κύρια μέλη, αρχικά, ήταν ο Hans Scholl (ο αδερφός της Σόφι), ο Willi Graf και ο Christoph ProbstΣτις αρχές του καλοκαιριού του 1942, αυτή η ομάδα νεαρών συνέταξε 6 αντιναζιστικά, πολιτικά φυλλάδια. Αντίθετα με την κοινή αντίληψη, η Σόφι Σολ δε συμμετείχε στη συγγραφή αυτών των άρθρων. Αρχικά, ο αδερφός της, δεν την ενημέρωνε για τις δραστηριότητες του, αλλά, όταν τις ανακάλυψε, τον ακολούθησε και αποδείχθηκε πολύτιμη για την ομάδα καθώς, επειδή ήταν γυναίκα, η πιθανότητα να τη σταματήσουν τα SS ήταν πολύ μικρότερη. Αυτοαποκαλούμενοι το Λευκό Ρόδο, καλούσαν τους Γερμανούς να εφαρμόσουν παθητική αντίσταση εναντίον των Ναζί. Αυτή και τα υπόλοιπα μέλη του Λευκού Ρόδου συνελήφθησαν όταν διαμοίραζαν το 6ο φυλλάδιο, στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, στις 18 Φεβρουαρίου του 1943.

Φυλλάδια


Το τελευταίο φυλλάδιο το έβγαλαν λαθραία από τη Γερμανία μετά τις εκτελέσεις των μελών της οργάνωσης άλλα μέλη που είχαν γλυτώσει: οι Σύμμαχοι το τύπωσαν σε χιλιάδες αντίτυπα που τα έριξαν με αεροπλάνα σε πόλεις τις ναζιστικής Γερμανίας. Τα αντίτυπα αυτά είχαν τίτλο "Το Μανιφέστο των φοιτητών του Μονάχου".

Το πρώτο φυλλάδιο έγραφε μεταξύ άλλων:
Ποιος από εμάς μπορεί να φανταστεί την ντροπή που θα πέσει επάνω μας και επάνω στα παιδιά μας όταν θα βγουν στο φως τα τρομερά εγκλήματα που ξεπερνούν την ανθρώπινη φαντασία;
ενώ το δεύτερο:
Μετά την κατάκτηση της Πολωνίας, 300.000 Εβραίοι δολοφονήθηκαν σ αυτή τη χώρα με τον πιο κτηνώδη τρόπο. Οι Γερμανοί κοιμούνται τον ηλίθιο ύπνο τους και ενθαρρύνουν τους φασίστες εγκληματίες.
Το δε τέταρτο περιείχε το απόσπασμα:
Κάθε λέξη από το στόμα του Χίτλερ είναι ένα ψέμα. Όταν μιλά για ειρήνη, εννοεί τον πόλεμο και όταν κατά τρόπο βλάσφημο χρησιμοποιεί το όνομα του Παντοδύναμου, εννοεί τη δύναμη του κακού, τον εκπεσόντα άγγελο, το Σατανά. Το στόμα του είναι το δύσοσμο στόμιο της Κολάσεως και η ισχύς του εκ βάθρων καταραμένη.
Και τελείωνε ως εξής:
Δε θα σωπάσουμε. Είμαστε η συνείδησή σας. Ποτέ δε θα κάνουμε ειρήνη μαζί σας.

Στο δικαστήριο


Στο Λαϊκό Δικαστήριο, μπροστά στον Δικαστή Rolan Freisler, στις 22 Φεβρουαρίου του 1943, καταγράφηκαν τα ακόλουθα λόγια της Σολ:

«Κάποιος, τέλος πάντων, έπρεπε να κάνει την αρχή. Όσα γράψαμε και είπαμε τα πιστεύουν και άλλοι. Απλά δε τολμούν να εκφραστούν όπως εμείς».

Στις 22 Φεβρουαρίου του 1943, η Σολ, ο αδερφός της, Hans, και ο φίλος τους Christoph Probst κρίθηκαν ένοχοι για προδοσία, και καταδικάστηκαν σε θάνατο. Αποκεφαλίστηκαν όλοι στη γκιλοτίνα από τον εκτελεστή Johann Reichhart στη φυλακή Stadelheim του Μονάχου, μερικές ώρες αργότερα, στις 17:00. Την εκτέλεση επέβλεψε ο Walter Roemer, ο επικεφαλής του δικαστηρίου του Μονάχου. Οι αξιωματικοί της φυλακής, όταν περιέγραφαν αργότερα τη σκηνή, τόνισαν την τόλμη της Σολ, όταν περπατούσε προς την εκτέλεση της. Οι τελευταίες της λέξεις ήταν:
«Πώς περιμένουμε να επικρατήσει η δικαιοσύνη, όταν δεν υπάρχει σχεδόν κανείς να προσφέρει τον εαυτό του για ένα δίκαιο σκοπό; Μια τόσο ωραία και ηλιόλουστη μέρα και πρέπει να φύγω, άλλα τι πειράζει ο θάνατος μου, αν μέσω εμάς ξυπνήσουν και κινητοποιηθούν χιλιάδες;»
Ο Fritz Hartnagel απομακρύνθηκε από το Στάλινγκραντ τον Ιανουάριο του 1943, αλλά δεν επέστρεψε στη Γερμανία πριν την εκτέλεση της Σόφι. Αργότερα παντρεύτηκε την αδερφή της Σόφι, την Ελίζαμπεθ.
Μετά το θάνατο της, ένα αντίγραφο του 6ου φυλλαδίου βγήκε κρυφά από τη Γερμανία μέσω της Σκανδιναβίας και κατέληξε στην Αγγλία από τον Γερμανό νομικό Helmuth James Graf von Moltke, όπου χρησιμοποιήθηκε από τους Συμμάχους. Στα μέσα του 1943, έριξαν αεροπορικώς στη Γερμανία εκατομμύρια αντίγραφα προπαγάνδας της προκήρυξης, η οποία τώρα είχε μετονομαστεί σε Το Μανιφέστο των φοιτητών του Μονάχου.
Σε ιστορικό πλαίσιο, η κληρονομιά του Λευκού Ρόδου, έχει τεράστια σημασία για πολλούς μελετητές, τόσο για την επίδειξη τρομερού πνευματικού θάρρους, όσο κι ως μια καταγεγραμμένη περίπτωση εναντίωσης σε μια περίοδο έντονης καταστολής, λογοκρισίας και κομφορμιστικής πίεσης.
Η θεατρική συγγραφέας Lillian Garrett-Groag δήλωσε στο Newsday στις 22 Φεβρουαρίου του 1993 ότι " Είναι πιθανότατα η πιο αξιοθαύμαστη περίπτωση αντίστασης του 20ου αιώνα που μπορώ να σκεφτώ...το γεγονός ότι 5 μικρά παιδιά, μέσα στο στόμα του λύκου, που πραγματικά είχε σημασία, είχαν το απίστευτο θάρρος να κάνουν όλα όσα έκαναν, είναι ειλικρινά απίστευτο για μένα. Γνωρίζω ότι ο κόσμος είναι καλύτερος λόγω του ότι υπήρξαν αυτά τα άτομα, αλλά δε ξέρω γιατί».


Στο ίδιο τεύχος του Newsday, ο ιστορικός του Ολοκαυτώματος Jud Newborn δήλωσε ότι « Δε μπορεί κάποιος να μετρήσει την επίδραση αυτού του είδους αντίστασης με βάση το ότι ανατινάχτηκε ένας Χ αριθμός από γέφυρες ή ότι έπεσε ένα καθεστώς....το Λευκό Ρόδο είχε περισσότερο μια συμβολική αξία, αλλά πρόκειται για μια πολύ σημαντική αξία».

0 comments:

Post a Comment