Pages

Thursday, 4 May 2017

4 Μάη 1866- Η έκρηξη που έσπασε τις αλυσίδες

Print Friendly and PDFPrint Friendly

Μια βόμβα που εξεράγη δίπλα στις αστυνομικές δυνάμεις που φρουρούσαν μια συγκέντρωση εργατών οι οποίοι απαιτούσαν 8 ωρη εργασία στο Σικάγο, στις 4 Μαίου του 1866, οδήγησε στην ανελέητη σφαγή των συγκεντρωμένων απεργών.   Οι μάζες βγαίνοντας από τη νάρκη τους θα σπάσουν τις αλυσίδες τους όπως σπάνε οι καλαμιές στον τυφώνα…» είχε γράψει στην τελευταία του επιστολή ο καταδικασμένος σε θάνατο αναρχοσυνδικαλιστής  Άλμπερτ Πάρσονς, ένα από τα εξιλαστήρια θύματα της έκρηξης στο Σικάγο.
Ήταν ήταν κάπου στις 10 το βράδυ της Τετάρτης νόημα 1886 στην πλατεία Χέιμαρκετ του Σικάγου όταν στο βήμα είχε ανέβει ο τελευταίος ομιλητής  Σάμιουελ Φίλντεν.  Η βροχή ήταν δυνατή και από τους τρεις χιλιάδες εργάτες που είχαν συγκεντρωθεί στην πλατεία για να διαμαρτυρηθούν για την άγρια καταστολή των κινητοποιήσεων τις προηγούμενες μέρες στην πόλη είχαν παραμείνει κάπου 200. Ακόμα και ο δήμαρχος της πόλης, ο Κάρτεν Χάρισον που βρισκόταν στο χώρο για να φροντίζει ώστε να μην «διασαλευτεί η τάξη» είχε κρίνει  ότι η συγκέντρωση ήταν ειρηνική και ότι όλα είχαν τελειώσει για αυτό και αποχώρησε.
Τότε , και ενώ ο Φίλντεν ολοκλήρωνε την ομιλία του,  μία ισχυρή αστυνομική δύναμη που μέχρι τότε βρισκόταν σε ετοιμότητα,  με επικεφαλής τον επιθεωρητή Τζον Μπον φιλντ, γνωστό για το μίσος του απέναντί τους εργάτες διέταξε τη διάλυση της συγκέντρωσης. Τη  διαταγή έδωσε ο λοχαγός Γουόρντ. Ο  Φίντελν από το βήμα διαμαρτυρήθηκε φωνάζοντας ότι συγκέντρωση  είναι ειρηνική . Ενώ οι δυνάμεις της τάξης κινούνταν προς το μέρος των εργατών μία βόμβα εξερράγη ανάμεσά τους  σκοτώνοντας ακαριαία έναν αστυνομικό και τραυματίζοντας θανάσιμα έξι ακόμα. Η αστυνομία άνοιξε πυρ κατά των εργατών. Πόσοι ακριβώς τραυματίστηκαν ή σκοτώθηκαν από τις σφαίρες της αστυνομίας δεν εξακριβώθηκε ποτέ. Κατά τον αστυνομικό διευθυντή της ανάκρισης τα θύματα ανάμεσα στους διαδηλωτές ήταν σίγουρα περισσότερα από τις απώλειες αστυνομία».

Η βόμβα έγινε η αφορμή για να ξεκαθαρίσει η αμερικανική κυβέρνηση τους λογαριασμούς της με τους ανυπότακτους συνδικαλιστές του εργατικού κινήματος. Την επόμενη μέρα ξεκίνησε ένα πογκρόμ συλλήψεων. Χωρίς να διαθέτει κανένα αποδεικτικό στοιχείο, η αστυνομία του Σικάγου συνέλαβε 8 από τους πιο γνωστούς και μαχητικούς αναρχοσυνδικαλιστές της πόλης. Μπορεί να μην μπορούσε να αποδείξει τη συμμετοχή του στο τραγικό συμβάν, άλλωστε οι περισσότεροι συλληφθέντες βρίσκονταν στη συγκέντρωση, αλλά σύμφωνα με τη νομοθεσία του Ιλινόις «όποιος υποκινεί τη διάπραξη φόνου είναι ένοχος και για φόνο». Για την επίθεση κατηγορήθηκαν και προφυλακίστηκαν οι οκτώ διοργανωτές της συγκέντρωσης στη Χέιμαρκετ, οι αναρχοσυνδικαλιστές Άουγκουστ Σπις, Γκέοργκ Έγκελ, Άντολφ Φίσερ, Λούις Λινγκ, Μίκαελ Σβαμπ, Σάμουελ Φίλντεν, Όσκαρ Νίμπι και Άλμπερτ Πάρσονς, που ήταν από τους οργανωτές της διαδήλωσης. Όλοι, εκτός του Πάρσονς και του Φίλντεν, ήταν γερμανοί μετανάστες. Σε μία παρωδία δίκης που η οποία ξεκίνησε στις 20 Ιουνίου 1886. Ο εισαγγελέας Τζούλιους Γκρίνελ ζήτησε τη θανατική ποινή και για τους οκτώ κατηγορουμένους, χωρίς να προσκομίσει κανένα στοιχείο που να τους συνδέει με τη βομβιστική επίθεση. Απλώς, είπε ότι οι κατηγορούμενοι ενθάρρυναν με τους λόγους τους τον άγνωστο βομβιστή να πραγματοποιήσει την αποτρόπαια πράξη του, γι’ αυτό κρίνονται ένοχοι συνωμοσίας.  Όλοι καταδικάστηκαν σε θάνατο (εκτός από τον Όσκαρ Νίμπι) που η ποινή του ήταν φυλάκιση 15 χρόνια.  Ο εισαγγελέας της δικής Γκρίινελ ήταν αποκαλυπτικός για τον πολιτικό χαρακτήρα της . «Οι άνθρωποι αυτοί επιλέχθηκαν από τους ενόρκους και θεωρήθηκαν ένοχοι γιατί είναι ηγέτες» είπε κατά την τελική αγόρευση του . «Δεν είναι περισσότερο ένοχοι από ότι οι χιλιάδες που τους ακολουθούν. Κύριοι ένορκοι , καταδικάστε τους,  κάντε τους παράδειγμα προς αποφυγήν,  κρεμάστε τους και θα σώσετε τους θεσμούς μας , την κοινωνία μας».

Μετά την εξάντληση και του τελευταίου ενδίκου μέσου, ο κυβερνήτης της Πολιτείας του Ιλινόις, Ρίτσαρντ Όγκλεσμπι, μετέτρεψε σε ισόβια τις θανατικές ποινές των Σβαμπ και Φίλντεν, ενώ ο Λιγκ αυτοκτόνησε στο κελί του. Έτσι, στις 11 Νοεμβρίου 1887 οι Σπις, Πάρσονς, Φίσερ και Έγκελ οδηγήθηκαν στην αγχόνη, τραγουδώντας τη «Μασσαλιώτιδα». Η δίκη των οκτώ θεωρείται από διαπρεπείς αμερικανούς νομικούς ως μία από τις σοβαρότερες υποθέσεις κακοδικίας στην ιστορία των ΗΠΑ.

Στις 26 Ιουνίου 1893 ο κυβερνήτης του Ιλινόις, Τζον Πίτερ Άλτγκελντ παραδέχθηκε ότι και οι οκτώ καταδικασθέντες ήταν αθώοι και κατηγόρησε τις αρχές του Σικάγου ότι άφησαν ανεξέλεγκτους τους ανθρώπους του «Πίνκερτον». Ως μια ύστατη πράξη δικαίωσης έδωσε χάρη στους φυλακισμένους Φίλντεν, Νίμπε και Σβαμπ. Αυτό ήταν και το πολιτικό του τέλος. Αργότερα, ο επικεφαλής της αστυνομίας του Σικάγου, που έδωσε την εντολή για τη διάλυση της συγκέντρωσης, καταδικάσθηκε για διαφθορά. Μέχρι σήμερα παραμένει ανεξακρίβωτο ποιος ήταν ο δράστης της βομβιστικής επίθεσης.





Τα ιστορικά γεγονότα του εργατικού κινήματος της τότε περιόδου δίνονται εν συντομία εδώ

Την άνοιξη του 1886 άρχισαν οι πρώτες κινητοποιήσεις για την εφαρμογή του 8ώρου. Η Αμερικανική εργατική Ομοσπονδία κύρηξε πανερθνική απεργία για την 1η του Μάη. Κάπου 350.000 εργάτες, κυρίως από τον Βορρά, όπου βρίσκονταν οι περισσότερες βομηχανίες συμμετε'ιχαν σε πορείες. Στο Σικάγο κατέβηκαν στο δρόμο 40.000!

"Ο νόμιμος περιορισμός της εργάσιμης μέρας είναι προκαταρκτικός όρος, χωρίς τον οποίο όλες οι παραπέρα προσπάθειες για βελτιώσεις και για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης θα αποδειχθούν άκαρπες (...) το Συνέδριο προτείνει το οκτάωρο ως το νόμιμο όριο της εργάσιμης ημέρας".

Καρλ Μαρξ , απόφαση του συνεδρίου της πρώτης Διεθνούς Ένωσης Εργατών, Γενεύη 1866


0 comments:

Post a Comment