Pages

Tuesday, 27 October 2020

Ο συγγραφέας μιλά με τον εαυτό του- Κ. Τσάπεκ

Print Friendly and PDFPrint Friendly

 


Τι θα γινόταν αν θα έπρεπε κανείς να πολεμήσει εναντίον ενός είδους γιγαντιαίων νεωτερικών σαλαμανδρών;

Ο Κάρελ Τσάπεκ (Karel Čapek, 9 Ιανουαρίου 1890 - 25 Δεκεμβρίου 1938)  ήταν Τσέχος μυθιστοριογράφος, διηγηματογράφος και θεατρικός συγγραφέας, γεννημένος στο Μάλε Σβατονόβιτσε της ανατολικής Βοημίας , που εκείνη την εποχή  τότε ανήκε  Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία. Για την ιστορία θα αναφέρουμε πως δύο τσέχοι συνάδελφοί του συγγραφείς , σύγχρονοι με αυτόν, σημάδεψαν επίσης ανεξίτηλα την ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας : ο Γιαροσλάβ Χάσεκ ( Jaroslav Hašek)  γράφοντας στα Τσεχικά όπως ο Τσάπεκ και ο Φράντς Κάφκα ( Franz Kafka) γράφοντας στα Γερμανικά. Ο Τσάπεκ σπούδασε Φιλοσοφία και Φιλολογία σε τσεχικά, γερμανικά και γαλλικά πανεπιστήμια και εκτός από την Τσεχική μιλούσε Αγγλικά, Γαλλικά και Γερμανικά. Ήταν ένα αληθινό παράδειγμα ενός κεντροευρωπαίου φωτισμένου διανοούμενου και, ευτυχώς για εμάς και για τη λογοτεχνία, παρέκαμψε τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο λόγω των χρόνιων ιατρικών του προβλημάτων που τον κατέστησαν ακατάλληλο για μάχη. Ο Κ. Τσάπεκ πέθανε στην Πράγα το 1938, λίγο μετά τη δημοσίευση του έργου του Πόλεμος με τις Σαλαμάνδρες . Τολμούμε να πούμε ότι μας άφησε τη σωστή στιγμή, δεδομένου ότι η γνωστή στάση του εναντίον του φασισμού θα τον οδηγούσε με βεβαιότητα σε στρατόπεδο συγκέντρωσης μόλις οι Ναζί κατέλαβαν την Τσεχοσλαβακία. Στην πραγματικότητα, ο αδερφός του, ο ζωγράφος και ποιητής Γιόζεφ Τσάπεκ , δολοφονήθηκε στο στρατόπεδο Μπέργκεν-Μπέλσεν το 1945.

Για να κατανοήσουμε τη σημασία αυτού του βιβλίου, πρέπει να επιστρέψουμε στα δεκαεννέα τριάντα, όταν γράφτηκε. Ο Τσάπεκ ανήκε στο καλλιτεχνικό κίνημα που είναι γνωστό ως Μοντερνισμός, το οποίο αποτελούσε μια προσπάθεια να ξεπεραστεί αυτό που θεωρήθηκε ως παλιομοδίτικη τέχνη του 19ου αιώνα, απορρίπτοντάς το μέσω νέων επαναστατικών θεμάτων και τρόπων έκφρασης αυτών των θεμάτων. Στη λογοτεχνία, η οποία είναι εδώ το θέμα μας εδώ, γνωρίζουμε ότι την επιτομή   του κινήματος αποτελούν συγκεκριμένα πρόσωπα, και αναφέρουμε ενδεικτικά:  ο Ιρλανδός συγγραφέας Τζέιμς Τζόϋς με τον «Οδυσσέα», ο Γάλλος Μαρσέλ Προύστ με την «Αναζήτηση του χαμένου Χρόνου», η Αγγλίδα Βιρτζίνια Γουλφ  με το «Η κυρία Ντάλογουεη», ο  Άγγλος Ντ. Χ. Λώρενς με τον «Ο εραστής της Λαίδης Τσάτερλυ »,ο  Καταλανός Ρεμόν Κασέγιας με την «Η άγρια βλάστηση », ο Νικαραγουανός  Ρουμπέν Νταρίο με την ποίησή του. Αυτοί οι μοντερνιστές συγγραφείς χρησιμοποίησαν ένα ευρύ φάσμα μοτίβων και λογοτεχνικών τεχνικών για να παραβιάσουν τους κανόνες, να γίνουν άγρια ​​σύγχρονοι και να ωθήσουν τη λογοτεχνία σε ένα νέο επίπεδο. Αυτά τα μοτίβα και εργαλεία περιλάμβαναν: ερωτισμό ή απλές σεξουαλικές απεικονίσεις, αφηγήσεις που βασίζονται σε επαναστατικές τεχνικές όπως το «ρεύμα της συνείδησης», την κοινωνική κριτική του πουριτανισμού παντού και, συγκεκριμένα, του βικτοριανού στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ποια ήταν λοιπόν τα επιτεύγματα και οι καινοτομίες του Τσάπεκ στο κίνημα του μοντερνισμού; Κατ 'αρχάς, ο μοντερνισμός δεν ήταν ένα κίνημα που ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για την επιστημονική φαντασία, που ήταν ο κύριος τομέας του Τσάπεκ. Ο Τσάπεκ χρησιμοποίησε τον Μοντερνισμό για να φέρει την επιστημονική φαντασία σε ένα νέο επίπεδο επίσημης παρακμής της οποίας ούτε οι εξαιρετικά κλασικοί συγγραφείς Μαίρη Σέλλεϋ με τον «Φρανκενστάϊν» ούτε ο Χ. Τζ. Γουέλς με τον «Πόλεμο των Κόσμων» μπορούσαν να ονειρευτούν. Η ενσωμάτωση της επιστημονικής φαντασίας στη νεωτεριστική πρωτοπορία αποτελεί ένα αξιοσημείωτο επίτευγμα που δεν πρέπει να αγνοηθεί.. Ας εξερευνήσουμε λίγο περισσότερο τον Πόλεμο με τις Σαλαμάνδρες,  χωρίς να χαλάσουμε την ιστορία για όποιον ενδιαφέρεται. Τσάπεκ ξεκινά την αφήγηση με μια έκπληξη καταφεύγοντας σε μια λογοτεχνική τεχνική που ονομάζεται «Skaz», από το ρωσικό ρήμα «skazat» ρωσικά сказать, που σημαίνει «αφηγούμαι». Ο Γκόγκολ δημιούργησε την τεχνική και ο Μάρκ Τουέιν  και ο Τζ. Ντ. Σάλιντζερ τη χρησιμοποίησαν για να συνθέσουν τα δικά τους αριστουργήματά τους «Περιπέτειες του Χάκλμπερι Φιν» και «Ο φύλακας στη σίκαλη». Αποτελείται από μια αφήγηση πρώτου προσώπου, η οποία είναι ελεύθερη και χρησιμοποιεί την καθομιλούμενη γλώσσα ώστε να δημιουργήσει μια αίσθηση εγγύτητας με τον αναγνώστη. Μετά από μια τόσο συγκλονιστική αρχή, ο Τσάπεκ κινείται σε ένα ελαφρώς πιο παραδοσιακό στυλ γραφής θεμελιωμένο σε μια απαράμιλλη αίσθηση του χιούμορ και της σάτιρας. Καταφεύγει σποραδικά σε αλλαγές μορφών και πλαισίων  , σπάζοντας έτσι τα όρια της συντηρητικής αφήγησης και βυθίζει τον αναγνώστη σε έναν ολοένα και πιο εφιαλτικό και παρωδιακό κόσμο από τον οποίο δεν υπάρχει απόδραση. Η έναρξη της δράσης, που έλαβε χώρα στην Ινδονησία, δείχνει την ανακάλυψη ενός είδους Σαλαμάνδρας που είχε παραμείνει κρυμμένο σε ένα απομακρυσμένο νησί για χιλιετίες.

Ο Τσάπεκ επιδεικνύει μια απαράμιλλη δεξιοτεχνία στη δημιουργία της απαιτούμενης ατμόσφαιρας, σαν να είχε  πραγματικά επισκεφτεί τη Νοτιοανατολική Ασία και γνώριζε τους λαούς της , τις γλώσσες τους και τους πολιτισμούς τους. Και έτσι η ιστορία εξελίσσεται μέσω μιας υποκείμενης κριτικής της ανεξέλεγκτης εκβιομηχάνισης, της απρόσεκτης εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων και, γιατί όχι, της δουλείας, που καταλήγει σε ένα παραληρηματικό φινάλε πριν από έναν απροσδόκητο επίλογο, όπου ο συγγραφέας πραγματοποιεί  άλλη μια κρίσιμη στροφή του κλειδιού τοποθετώντας τον Πόλεμο με τις Σαλαμάνδρες στην κορυφή του μοντερνισμού, της δυστοπικής επιστημονικής φαντασίας και της Ιστορίας της Λογοτεχνίας.

Παρακάτω παραθέτουμε ένα πολύ χαρακτηριστικό απόσπασμα από την ελληνική μετάφραση του εν λόγω έργου που αποτελεί και το καταληκτικό κεφάλαιο του,  με τον τίτλο «ο συγγραφέας μιλάει με τον εαυτό του». Ο αναγνώστης μπορεί να διαπιστώσει από μόνος του αν το μυθιστόρημα, σχεδόν έναν αιώνα μετά την έκδοσή του, παραμένει λογοτεχνικά και αφηγηματικά πεισματικά επίκαιρο , αλλά πρωτίστως και κυρίως, εάν παραμένει επίκαιρο για τα θέματα που πραγματεύεται.  Όσο για εμάς, δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι ο Τσάπεκ απολαμβάνει τη φήμη του, αλλά τείνουμε να πιστεύουμε, ότι η φύση των έργων του και το γεγονός ότι δεν έγραψε σε μια από τις κύριες γλώσσες, δεν τον βοήθησαν να εισέλθει στη γενιά του ως κλασικός συγγραφέας,  όπως στην πραγματικότητα είναι.

Ο συγγραφέας μιλάει με τον εαυτό του

«Μα καλά, έτσι θα τ’ αφήσεις να τελειώσει;», ακούστηκε σ’ αυτό το σημείο η εσωτερική φωνή του συγγραφέα

Τι εννοείς; απάντησε κάπως αβέβαιος, ο συγγραφέας.

«Θ’ αφήσεις τον κύριο Ποβόντρα να πεθάνει;

Έ, δεν χαίρομαι που το κάνω, δικαιολογήθηκε ο συγγραφέας, αλλά…Στο κάτω-κάτω ο κύριος Ποβόντρα τα ’χει τα χρονάκια του, είναι σίγουρα πάνω από εβδομήντα

«Και θ’ αφήσεις την ψυχή του να παιδεύεται έτσι; Δεν θα του πεις: ησύχασε, γέρο μου, τα πράγματα δεν είναι και τόσο άσχημα, ο κόσμος δεν θα καταστραφεί απ’ τις σαλαμάνδρες, η ανθρωπότητα θα σωθεί, περίμενε λίγο και θα δείς; Σε παρακαλώ, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα για χάρη του;».

Τότε θα του στείλω ένα  γιατρό, πρότεινε ο συγγραφέας. Ίσως ο γεροντάκος να μην έχει  παρά ένα πυρετό˙ αλλά σ’ αυτή την ηλικία εύκολα μπορεί να εξελιχθεί σε πνευμονία. Ίσως να ξαναμπορέσει να κουνάει τη Μαρένκα στα γόνατά του και να τη ρωτάει τι έμαθε στο σχολείο, ναι, οι χαρές των γηρατειών, ας απολαύσει ο γέρος τις χαρές των γηρατειών!

«Ωραίες χαρές!», χλεύασε η εσωτερική φωνή. «Θα σφίγγει με τα γέρικα χέρια του στην αγκαλιά του το παιδί και θα φοβάται, καταλαβαίνεις, θα φοβάται μήπως έρθει μια μέρα που το φουκαριάρικο θα τρέχει να σωθεί απ’ τα μανιασμένα κύματα, που θα πλημμυρίζουν ασυγκράτητα ολόκληρο τον κόσμο. Θα σμίγει απ’ τη φρίκη τα δασιά φρύδια του και θα ψιθυρίζει: Εγώ φταίω, Μαρένκα εγώ φταίω.- Στον Θεό που πιστεύεις, θ’ αφήσεις πραγματικά να χαθεί ολόκληρη η ανθρωπότητα;»

Ο συγγραφέας ζάρωσε το μέτωπό του Μη με ρωτάς τι θέλω. Νομίζεις πως είναι δική μου θέληση να γίνουν συντρίμμια οι ήπειροι των ανθρώπων, νομίζεις πως εγώ θέλησα αυτό το τέλος; Είναι, απλούστατα, η λογική των γεγονότων. Πως να επέμβω εγώ;  Έκανα ό,τι μπορούσα, προειδοποίησα έγκαιρα τους ανθρώπους, εκείνος ο Χ ήμουν εν μέρει εγώ ο ίδιος. Έκανα έκκληση: μη δίνετε όπλα και εκρηκτικές  ύλες στις σαλαμάνδρες, σταματήστε αυτή την αισχρή συναλλαγή, κλπ, κλπ., και ξέρεις πόση σημασία έδωσαν στα λόγια μου. Όλοι τους είχαν έτοιμα χίλια ατράνταχτα οικονομικά και πολιτικά επιχειρήματα για ν’ αποδείξουν πως αυτό δεν είναι δυνατό να γίνει. Δεν είμαι ούτε πολιτικός ούτε οικονομολόγος, δεν μπορώ να τους πείσω. Τι να κάνω; Ο κόσμος μπορεί να βουλιάξει, να χαθεί, αλλά τουλάχιστο θα χαθεί για κοινά αποδεκτούς πολιτικούς και οικονομικούς λόγους, με τη βοήθεια της επιστήμης, της τεχνολογίας και της κοινής γνώμης, με τη σύμπραξη της ανθρώπινης επινοητικότητας! Δεν θα γίνουν τίποτα κοσμικές καταστροφές, αλλά καταστροφές που θα οφείλονται σε πολιτικά, διπλωματικά, οικονομικά και άλλα αίτια Αυτές κανείς δεν μπορεί να τις εμποδίσει.  

Η εσωτερική φωνή σώπασε για λίγο. «Και δεν λυπάσαι την ανθρωπότητα;» Για στάσου, μη βιάζεσαι Δεν είναι ανάγκη να χαθεί ολόκληρη η ανθρωπότητα Οι σαλαμάνδρες δεν χρειάζονται παρά καινούργιες ακτές, για να έχουν μέρη να ζουν και να κάνουν τα αβγά τους Ίσως να λιανίσουν τη στεριά έτσι ώστε αντί για συμπαγείς ηπείρους να υπάρχουν λουρίδες  ξηράς, σαν μακρουλά μακαρόνια.  Μ’ αυτόν τον τρόπο θα μεγάλωναν την έκταση των ακτών τους Ας πούμε λοιπόν πως σε αυτές λοιπόν πως σ’ αυτές τις λουρίδες μένουν άνθρωποι, έτσι; Θα παράγουν μέταλλα κι άλλα προϊόντα για τις σαλαμάνδρες. Οι σαλαμάνδρες δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν φωτιά.  

«Δηλαδή οι άνθρωποι θα υπηρετούν τις σαλαμάνδρες;»

Ναι, αν προτιμάς αυτή την έκφραση. Θα δουλεύουν σε εργοστάσια όπως κάνουν και τώρα. Μόνο που θα έχουν άλλα αφεντικά Σε τελευταία ανάλυση ίσως να μην αλλάξουν πολλά πράγματα.

«Και δεν λυπάσαι την ανθρωπότητα:»

Έ, μα επιτέλους! Τι θες να κάνω; Οι ίδιοι οι άνθρωποι το θέλησαν. Όλοι ήθελαν σαλαμάνδρες, το εμπόριο, η βιομηχανία, η τεχνολογία, οι πολιτικοί, οι στρατιωτικοί. Ακόμα και ο Φράντικ Ποβόντρα είπε: ; Όλοι μας φταίμε. Πως σου περνάει η σκέψη ότι δεν λυπάμαι την ανθρωπότητα; Αλλά πιο πολύ την λυπόμουν όταν την έβλεπα να βαδίζει ακάθεκτη προς την καταστροφή της. Σου ‘ρχεται να φωνάξεις όταν βλέπεις κάτι τέτοιο, να φωνάξεις και να σηκώσεις τα δυο σου χέρια στον ουρανό, όπως όταν βλέπεις ένα τρένο να παίρνει λάθος γραμμή. Τώρα πια κανείς δεν μπορεί να σταματήσει την καταστροφή. Οι σαλαμάνδρες θα εξακολουθήσουν να πολλαπλασιάζονται και να κομματιάζουν τις παλιές ηπείρους.- Για θυμήσου τι είπε ο Βολφ Μάινερτ: οι άνθρωποι πρέπει να άνουν τόπο στις σαλαμάνδρες, και μόνον οι σαλαμάνδρες θα μπορέσουν να φτιάξουν έναν ευτυχισμένο, ενιαίο και ομοιογενή κόσμο. 

«Καλά τώρα, ο Βολφ Μάινερτ!  Ο Βολφ Μάινερτ είναι διανοούμενος. Ξέρεις εσύ καμιά φοβερή, δολοφονική, παράλογη ιδέα, που κάποιος διανοούμενος να μην ήθελε ω’ ανανεώσει μ’ αυτή ολόκληρο τον κόσμο; Γι’ αυτό παράτα σου λέω τον Βολφ Μάινερτ. Τι λες να κάνει αυτή τη στιγμή η Μαρένκα;»

Η Μαρένκα; Φαντάζομαι πως παίζει στο Βυσεχράντ. Να κάνεις ησυχία, της είπαν, ο παππούς κοιμάται. Και τώρα δεν ξέρει τι να κάνει και πλήττει φοβερά.

«Και τι κάνει;»

Δεν ξέρω. Μάλλον προσπαθεί να φτάσει στην άκρη της μύτης της με τη γλώσσα της.

«Βλέπεις λοιπόν; Και σου κάνει καρδιά ν’ αφήσεις ένα νέο κατακλυσμό να καταστρέψει τον κόσμο;»

Πάψε πια! Μπας και φαντάζεσαι πως μπορώ να κάνω θαύματα; Ας γίνει ό,τι είναι να γίνει Ας τραβήξουν τα πράγματα τη μοιραία πορεία τους. Άλλωστε, είναι μια μικρή παρηγοριά πως ό,τι γίνεται είναι φυσική αναγκαιότητα και νόμος.

«Δεν θα μπορούσε κανείς ν’ αναχαιτίσει τις σαλαμάνδρες;».

Αυτό δεν γίνεται. Είναι αμέτρητες. Οι  άνθρωποι πρέπει να τους κάνουν χώρο.

«Δεν μπορείς να τις βάλεις να κρεπάρουν ομαδικά; Θα μπορούσε λόγου χάρη να ενσκήψει ανάμεσά τους κάποια επιδημία ή να εκφυλιστούν».

Πολύ φτηνό αυτό, φίλε. Γιατί θα πρέπει άραγε να διορθώνει πάντα η φύση τις αμυαλιές των ανθρώπων; Αλλά καταλαβαίνω, ούτε και εσύ πιστεύεις πια πως οι άνθρωποι μπορούν να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους. Τα βλέπεις, τα βλέπεις! Στο τέλος θέλετε να πιστεύετε πως κάποιος ή κάτι θα σας σώσει! Ένα μόνο σου λέω: ξέρεις ποιος προμηθεύει στις σαλαμάνδρες εκρηκτικά, τορπίλες και γεωτρύπανα, ακόμα και τώρα, που το ένα πέμπτο της Ευρώπης είναι κάτω απ’ τα νερά; Ξέρεις ποιος δουλεύει μέρα-νύχτα πυρετώδικα στα εργαστήρια, για να εφεύρει ακόμα πιο αποτελεσματικές μηχανές και ουσίες για τον αφανισμό του κόσμου; Ξέρεις ποιος δανείζει λεφτά στις σαλαμάνδρες, ξέρεις ποιος χρηματοδοτεί αυτό το τέλος του κόσμου, αυτόν τον νέο κατακλυσμό;

«Ξέρω. Όλα τα εργοστάσια. Όλες οι τράπεζες Όλα τα κράτη».

Ά μπράβο. Αν το ζήτημα ήταν έτσι απλό, δηλαδή σαλαμάνδρες εναντίον ανθρώπων, ίσως κάτι να μπορούσε να γίνει. Αλλά άνθρωποι εναντίον ανθρώπων, αυτό, αγαπητέ μου, κανείς δεν μπορεί να το σταματήσει.

«Για στάσου, άνθρωποι εναντίον ανθρώπων! Έχω μια ιδέα. Τι  θα'λεγες αν τελικά  πολεμούσαν κι οι σαλαμάνδρες εναντίον των σαλαμανδρών;»

Οι σαλαμάνδρες εναντίον των σαλαμανδρών. Τι εννοείς;

«Για παράδειγμα…Όταν αυτές οι σαλαμάνδρες θα παραγίνουν πολλές, θ’ αρχίσουν να τσακώνονται για ένα κομμάτι ακτής, ένα κόλπο ή κάτι τέτοιο. Αργότερα θα φιλονικούν για όλο αι μεγαλύτερα τμήματα της ακτής. Στο τέλος, η αναγκαία συνέπεια θα είναι να έρθουν στα χέρια για τις παγκόσμιες ακτές. Έτσι δεν είναι; Σαλαμάνδρες εναντίον σαλαμανδρών! Τι λες, αυτό δεν ανταποκρίνεται στην ιστορική λογική;».

Ώ όχι, αυτό δεν γίνεται. Οι σαλαμάνδρες δεν μπορούν να πολεμήσουν εναντίον των σαλαμανδρών. Θα ήταν αντίθετο στη φύση. Οι σαλαμάνδρες ανήκουν όλες στο ίδιο είδος.

«Το ίδιο αι οι άνθρωποι αγαπητέ μου. Κι όπως βλέπεις, αυτό δεν τους πειράζει καθόλου Όλοι ανήκουν στο ίδιο είδος, κι ωστόσο πες μου ένα πράγμα, για το οποίο να μην αλληλοσφάζονται. Δεν πολεμάνε πια ούτε καν για ζωτικό χώρο, αλλά για εξουσία, γόητρο, επιρροή, δόξα, αγορές και δεν ξέρω τι άλλο! Γιατί να μην αρχίσουν και οι σαλαμάνδρες να πολεμάνε μεταξύ τους, ας πούμε για το γόητρο;»

Γιατί να το κάνουν; Τι θα κέρδιζαν;

«Τίποτα, το πολύ-πολύ μερικές απ’ αυτές να είχαν για ένα διάστημα περισσότερες ακτές και περισσότερη δύναμη από τις άλλες. Και έπειτα από κάμποσο καιρό θ’ αντιστρέφονταν οι όροι;».

Και γιατί μερικές να έχουν περισσότερη δύναμη από τις άλλες; Αφού όλες τους είναι ίσες, όλες είναι σαλαμάνδρες, όλες έχουν τον ίδιο σκελετό, όλες είναι το ίδιο άσχημες και το ίδιο ασήμαντες.-Γιατί ν’ αρχίσουν να σκοτώνονται μεταξύ τους; Πως δηλαδή το φαντάζεσαι; Στο όνομα τίνος θα πολεμούσαν ανάμεσά τους;»

«Έννοια σου και άτι θα βρεθεί. Να, λόγου χάρη, άλλες ζουν στη δυτική ακτή κι άλλες στην ανατολική. Θ’ αλληλοσπαραχθούν λοιπόν, ας πούμε, στο όνομα της Δύσης οι μεν και στο όνομα της Ανατολής οι δε. Εδώ οι ευρωπαϊκές σαλαμάνδρες, εκεί κάτω οι αφρικανικές. Αν δεν σπάσει ο το ποδάρι του, στο τέλος οι από δω θα θέλουν να είναι κάτι παραπάνω από τις από κει! Και τότε θα εκστρατεύσουν για να δώσουν ένα καλό μάθημα στις άλλες, στο όνομα του πολιτισμού, της επέκτασης ή δεν ξέρω τι άλλο. Εύκολα θα βρεθούν ιδεολογικοί  και πολιτικοί λόγοι για να σκοτώσουν τις σαλαμάνδρες της άλλης ακτής. Οι σαλαμάνδρες είναι πολιτισμένες σαν τους ανθρώπους˙ δεν θα δυσκολευτούν επομένως να βρουν διπλωματικά, οικονομικά, νομικά, πολιτιστικά ή άλλα επιχειρήματα». 

Κι έχουν όπλα. Μην ξεχνάς πως είναι άριστα εξοπλισμένες.

«Ναι, έχουν όπλα με το παραπάνω. Βλέπεις λοιπόν! Πολύ θα απορούσα αν δεν μάθαιναν απ’ τους ανθρώπους πως γράφεται η ιστορία!»

Στάσου! Μια στιγμή! ( Ο συγγραφέας πετάχθηκε όρθιος κι άρχισε να πηγαινοέρχεται νευρικά στο γραφείο του). Σωστά. Θα πρέπει να σπάσει ο διάβολος το ποδάρι του για να μην το κάνουν αυτό! Το βλέπω κιόλας! Δεν έχει παρά να ρίξει κανείς καμιά  ματιά στον παγκόσμιο χάρτη. Γρήγορα, που είναι ένας παγκόσμιος χάρτης;

« Τον βλέπω νοερά μπροστά μου».

Καλά λοιπόν. Εδώ ο είναι ο Ατλαντικός  Ωκεανός με τη Μεσόγειο και τη Βόρεια Θάλασσα. Εδώ είναι η Ευρώπη κι εκεί η Αμερική.-Εδώ λοιπόν είναι το λίκνο του πολιτισμού. Κάπου εδώ είναι η παλιά, βυθισμένη Ατλαντίδα…

Ακριβώς. Κι εδώ είναι ο Ειρηνικός και ο Ινδικός Ωκεανός. Η παλιά, μυστηριώδης Ανατολή. Το λίκνο της ανθρωπότητας, να πούμε. Κάπου εδώ, στα ανατολικά της Αφρικής, βυθίστηκε η μυθική Λεμουρία. Εδώ είναι η Σουμάτρα και λίγο δυτικότερα-

«Το νησάκι Τάνα Μάσα. Το λίκνο των σαλαμανδρών».

Ναι. Εκεί βασιλεύει ο βασιλιάς Σαλαμάνδρας, ο πνευματικός ηγέτης των σαλαμανδρών. Εκεί ζουν ακόμα τα τάππα-μπόυς του καπετάν βαν Τόχ, οι αρχέγονες μισοάγριες σαλαμάνδρες του Ειρηνικού Ωκεανού. Δική τους είναι η Ανατολή καταλαβαίνεις; ; Όλη αυτή η περιοχή λέγεται τώρα Λεμουρία, ενώ η άλλη περιοχή είναι η πολιτισμένη, εξευρωπαϊσμένη και εξαμερικανισμένη, σύγχρονη, τεχνοκρατούμενη και προηγμένη Ατλαντίδα. Εκεί  είναι δικτάτορας ο Αρχισαλαμάνδρας, ο μέγας κατακτητής, τεχνικός και στρατιωτικός, ο Τσέγκις Χάν των σαλαμανδρών, ο ολετήρας των ηπείρων. Μιλάμε για απίθανη προσωπικότητα.

«Μα για πες μου, είναι στ’ αλήθεια σαλαμάνδρα;»

…Όχι. Ο Αρχισαλαμάνδρας είναι άνθρωπος. Το πραγματικό το όνομα είναι Ανδρέας Σούλτσε και στον παγκόσμιο πόλεμο ήταν κάπου δεκανέας.

«Ορίστε λοιπόν!».

Ναι, ναι. Αυτά έχει η ζωή. Λοιπόν, εδώ έχουμε την Ατλαντίδα και τη Λεμουρία. Η διαίρεση αυτή οφείλεται σε γεωγραφικούς, διοικητικούς και πολιτιστικούς λόγους…

«… και εθνικούς. Μην ξεχνάς τος εθνικούς λόγους! Οι σαλαμάνδρες της Λεμουρίας μιλάνε ανατολίτικα αγγλικά, ενώ οι σαλαμάνδρες της Ατλαντίδας μιλάνε τα βασικά αγγλικά».  

Τέλος πάντων. Με τον καιρό οι σαλαμάνδρες της Ατλαντίδας θα διεισδύσουν, από την αλλοτινή διώρυγα του Σουέζ, στον Ινδικό Ωκεανό.

«Φυσικά. Ο κλασσικός δρόμος προς την Ανατολή».

Σωστά. Αντίθετα, οι σαλαμάνδρες της Λεμουρίας  θα περάσουν το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας και θα απλώσουν χέρι στις δυτικές ακτές της αλλοτινής Αφρικής. Γιατί, όπως ισχυρίζονται, ολόκληρη η Αφρική ανήκει στη Λεμουρία.

«Φυσικά».

Τα συνθήματά τους θα είναι: Η Λεμουρία στους Λεμούριους!. Έξω οι ενοχλητικοί ξένοι! Κι άλλα παρόμοια. Ανάμεσα στις σαλαμάνδρες της Λεμουρίας θα βαθαίνει το χάσμα της δυσπιστίας και της προαιώνιας έχθρας. Μιας έχθρας θανάσιμης.

«Δηλαδή θα γίνουν έθνη».

Ναι. Οι σαλαμάνδρες της Ατλαντίδας θα περιφρονούν τις σαλαμάνδρες της Λεμουρίας και θα τις αποκαλούν βρωμοάγριους. Οι σαλαμάνδρες της Λεμουρίας, με τη σειρά τους, θα μισούν ολόψυχα τις σαλαμάνδρες τις Ατλαντίδας και θα τις θεωρούν ιμπεριαλιστικές, δυτικούς διαβόλους και προδότες του παλιού, γνήσιου σαλαμανδρισμού. Ο Αρχισαλαμάνδρας θα εκβιάσει παραχωρήσεις στις ακτές της Λεμουρίας, τάχα για το συμφέρον των εξαγωγών και του πολιτισμού. Ο σεβάσμιος γέρος, ο βασιλιάς Σαλαμάνδρας, θ’ αναγκαστεί να υποχωρήσει, παρά την απροθυμία του. Κι αυτό γιατί δεν είναι και τόσο καλά εξοπλισμένος. Κάπου στον Τίγρη, όχι μακριά από εκεί όπου ήταν άλλοτε η Βαγδάτη, θα ξεσπάσει η σύρραξη. Ιθαγενείς σαλαμάνδρες της Λεμουρίας θα επιτεθούν σε μια βάση των σαλαμανδρών της Ατλαντίδας και θα σκοτώσουν δύο αξιωματικούς, επειδή τάχα πρόσβαλαν την τιμή του έθνους. Κατά συνέπεια-…

«Θα γίνει πόλεμος. Φυσικό είναι»

Ναι, θα γίνει παγκόσμιος πόλεμος των σαλαμανδρών εναντίον των σαλαμανδρών.

«Στο όνομα του πολιτισμού και του δικαίου».

Και στο όνομα του γνήσιου σαλαμανδρισμού. Στο όνομα της δόξας και του μεγαλείου του έθνους. Το σύνθημα θα είναι: ή εμείς ή αυτοί! Οι σαλαμάνδρες της Λεμουρίας, οπλισμένες με μαλαισιανά γιαταγάνια και στιλέτα, θα σφάξουν αλύπητα τους εισβολείς από την Ατλαντίδα˙ από  την άλλη μεριά, οι πιο προηγμένες, ευρωπαϊκά μορφωμένες σαλαμάνδρες της Ατλαντίδας θα διοχετεύσουν στις θάλασσες της Λεμουρίας δηλητηριώδεις ουσίες και θανατηφόρα βακτήρια, και μάλιστα με τόση επιτυχία, ώστε θα μολύνουν όλους τους ωκεανούς. Η θάλασσα θα γίνει μια τεράστια εστία μόλυνσης από πανούκλα των βραγχίων. Κι αυτό αγαπητέ μου, θα είναι το τέλος. Οι σαλαμάνδρες θα εξοντωθούν».

«Όλες;»

Όλες, ως την τελευταία. Το είδος τους θα πάψει να υπάρχει. Θα μείνει μονάχα εκείνο το αποτύπωμα του ανδριάντα του Σόιχτσερ από το Ένιγκκεν.

«Και οι άνθρωποι;»

Οι άνθρωποι; Α ναι, σωστά, οι άνθρωποι! Λοιπόν, οι άνθρωποι θ’ αρχίσουν σιγά να κατεβαίνουν από τα βουνά στις ακτές που απόμειναν από τις ηπείρους. Αλλά για πολύ καιρό ακόμα η θάλασσα θ’ αναδίνει μπόχα από τις σάπιες σαλαμάνδρες. Οι ήπειροι θα ξαναμεγαλώνουν σιγά-σιγά, χάρη στις προσχώσεις των ποταμών, η θάλασσα θα υποχωρήσει λίγο-λίγο κι όλα θα ξαναγίνουν σχεδόν όπως πρώτα. Οι άνθρωποι θα πλάσουν έναν καινούργιο μύθο για έναν κατακλυσμό που έστειλε ο Θεός στους αμαρτωλούς ανθρώπους. Θα υπάρχουν και παραδόσεις για βυθισμένες, μυθικές χώρες, που υπήρξαν το λίκνο του ανθρώπινου πολιτισμού. Ίσως ακόμα να διηγείται κανείς παραμύθια για κάποια Αγγλία ή κάποια Γαλλία ή κάποια Γερμανία.

«Και μετά;»

… Μετά δεν ξέρω.  

Μάριος Δαρβίρας 

«Ο πόλεμος με τις Σαλαμάνδρες», Κάρελ Τσάπεκ, μετάφραση, Δημοσθένης Κούρτοβικ, εκδ. Μέδουσα, 3η έκδοση αναθεωρημένη 2018, σελ. 292.


















0 comments:

Post a Comment