Η Γοργόνα
Με λένε Μινά. Ξεκινήσαμε 2 μήνες πριν από τη Συρία, τη Χάμα. Η μαμά μου με αγκάλιασε σφιχτά. Σε όλη τη διάρκεια του δρόμου δεν με άφησε. Κάποιες φορές περπατήσαμε, κάποιες φορές πήραμε πολύ γεμάτα λεωφορεία ή σκονισμένα φορτηγά. Όλοι οι δρόμοι ήταν γεμάτοι με λακκούβες. Προχωρούσαμε χοροπηδώντας. Αλλά η μητέρα μου δεν με άφησε ούτε ένα λεπτό. Στο δρόμο, οι άνθρωποι έλεγαν κάτι. Μερικοί στο λεωφορείο έκλαιγαν πολύ. Στην ουσία και εγώ έκλαιγα. Σκότωσαν τον μπαμπά μου στη Χάμα Δεν ξέρω γιατί τον σκότωσαν, τότε και η μαμά μου έκλαψε πολύ, και εγώ έκλαιγα.
Το ταξίδι μας κράτησε πολύ. Κάποια στιγμή πέθαναν δύο παιδιά και ένας ηλικιωμένος μπάρμπας στο δρόμο. Τους έσκαψαν τάφους δίπλα στο δρόμο οι άντρες. Οι τάφοι των παιδιών ήταν μικροί. Οι μητέρες τους αγκάλιασαν σφιχτά τους τάφους τους, έκλαψαν πολύ, δεν ήθελαν να συνεχίσουν. Αλλά οι άντρες τους τις τράβηξαν πίσω, είπαν ότι πρέπει να φύγουμε.
Όταν φτάσαμε κάπου όλοι χάρηκαν λίγο παραπάνω. Μερικοί άνδρες είπαν ότι μόλις βραδιάσει θα πάμε στην ακτή και θα πάρουμε το πλοίο. Στη μαμά μου είπαν ότι δεν μπορεί να έρθει. Η μητέρα μου με αγκάλιασε, δεν με άφησε ποτέ ξανά. Ύστερα έβγαλε τρία βραχιόλια από το στέρνο της και τους τα έδωσε, τότε οι άνδρες είπαν «Εντάξει, ελάτε και εσείς».
Το χωριό μας δεν είχε θάλασσα. Εγώ δεν είδα ποτέ μου θάλασσα. Κι η μητέρα μου δεν είχε δει. Πηγαίνοντας στην ακτή στα σκοτεινά πάλι δεν την είδαμε. Οι άντρες μας έβαλαν σε ένα πλοίο. Είχε πολύ κόσμο. Η μητέρα μου με αγκάλιασε, δεν με άφησε ποτέ ξανά. Οι άντρες είπαν να κρατηθούμε καλά στις άκρες, η μητέρα μου με κράτησε ακόμα πιο σφιχτά. Κουνούσε πολύ πάνω από τη θάλασσα. Ήταν πολύ σκοτεινά, δεν μπόρεσα να δω τη θάλασσα. Έφτασε το αλμυρό νερό στο πρόσωπό μου. Έκανα εμετό από το αλάτι. Οι ηλικιωμένες γυναίκες προσευχόταν, κι η μητέρα μου προσευχήθηκε. Μου είπε να μην τρομάζω η μαμά μου. «Πολύ λίγο έμεινε, σε λίγο θα φτάσουμε», είπε. Εγώ δεν τρόμαξα καθόλου. Έσταζαν δάκρυα από τα μάτια μου λόγω του αλατιού αλλά και λίγο έκλαψα. «Πολύ κύμα έχει» είπαν οι άνδρες. Όλο φώναζαν και έλεγαν να κρατηθούν σφιχτά όλοι. Ύστερα το πλοίο μας αναποδογύρισε.
Το χωριό μας δεν είχε θάλασσα, είχε ένα μικρό ρυάκι. Μέσα τα ψάρια κολυμπούσαν πολύ γρήγορα. Στην πραγματικότητα το ρυάκι μας δεν ήταν και πολύ μικρό, ήταν μεγαλούτσικο. Στις πλαγιές ήταν τα δέντρα. Ο μπαμπάς μου, μου είχε κάνει μία κούνια από δέντρο, μια φορά. Το σπίτι μας ήταν δίπλα στο ρυάκι και η μητέρα μου είχε κάνει μία κούκλα από κάλτσες για μένα. Αλλά την ξέχασα στο λεωφορείο, στο δρόμο. Το σπίτι μας ήταν πολύ όμορφο.
Εμείς όλοι πέσαμε μέσα στη θάλασσα. Η μητέρα μου με αγκάλιασε πολύ σφιχτά. Επειδή δεν είχαμε θάλασσα στο χωριό μας, εμείς δεν μάθαμε ποτέ να κολυμπάμε. Κι η μητέρα μου δεν έμαθε. Μαζί με τη μητέρα μου φτάσαμε στο βάθος του νερού. Μετά ανεβήκαμε λιγάκι προς τα πάνω. Όμως, οι πολύ άντρες όλο και πατούσανε πάνω μας με τα πόδια τους, μετά ξανά πήγαμε προς το βάθος. Η μητέρα μου δεν με άφησε ποτέ, με αγκάλιασε σφιχτά. Επειδή το νερό ήταν αλμυρό, κάηκε ο λαιμός μου. Η μητέρα μου με αγκάλιασε και εγώ είπα από μέσα μου «Μη φοβάσαι μάνα», απλά ήθελα να κλάψω λίγο. Η μητέρα μου δεν φοβήθηκε καθόλου, όλο και κοίταζε μέσα στα μάτια μου. Δεν μπορέσαμε να βγούμε ποτέ στην επιφάνεια.
Με λένε Μινά. Είμαι 5 χρονών. Ξεκινήσαμε δύο μήνες πριν από τη Χάμα. Εμείς δεν είδαμε ποτέ τη θάλασσα από έξω. Εδώ και μία εβδομάδα είμαι στο βάθος της θάλασσας, εγώ είμαι γοργόνα η κόρη της Μεσογείου, η θάλασσα είναι η μητέρα μου πλέον. Η μητέρα μου με αγκάλιασε σφιχτά δεν με αφήνει καθόλου. Γιατί όλες οι μάνες αγαπάνε πολύ τις κόρες τους.
O Σελαχατίν Νερμίτας (Selahattin Demirtas) γεννήθηκε το 1973 στο Ελάγιζ (Τουρκία). Σπούδασε νομικά. Υπήρξε διευθυντής στην Ένωση για τα δικαιώματα του ανθρώπου και στη Διεθνή Αμνηστία της Τουρκίας. Είναι συμπρόεδρος του Κόμματος Δημοκρατίας των Λαών (HDP) και παραμένει φυλακισμένος από το Νοέμβριο του 2017. Γράφει διηγήματα και ποιήματα. Το παραπάνω διήγημα γράφτηκε στη φυλακή και απαγορεύτηκε στις 2 Μαϊου 2017 ως προπαγάνδα τρομοκρατικής οργάνωσης.
Μετάφραση από τα Τουρκικά: Lale Alatli, Επιμέλεια: Φανή Βαλσαμάκη.
Πρώτη δημοσίευση, Επιθεώρηση Πολιτισμού ΕΝΕΚΕΝ, Τεύχος 47, Ιανουάριος Φεβρουάριος, Μάρτιος 2018.
0 comments:
Post a Comment