Pages

Thursday, 9 March 2017

Τα εγκαίνια ενός Μουσείου

Print Friendly and PDFPrint Friendly

Τα εγκαίνια του Μουσείου Μπελογιάννη

Δύο ειδήσεις, δύο αλληλοσυμπληρωματικές ενημερώσεις, κυκλοφόρησαν με μορφή χιονοστοιβάδας στα τοπικά και πανελλαδικά δίκτυα ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης. Η μία στις κυκλοφόρησε 17/2/2017 είχε ως εξής :

«Στην προχθεσινή συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου ήλιδας, ο Δήμαρχος Ήλιδας κ. Χρήστος Χριστοδουλόπουλος, ανέφερε ότι σύμφωνα με ανεπίσημη ανακοίνωση τα εγκαίνια του Μουσείου Μπελογιάννη θα πραγματοποιηθούν στις 27 Μαρτίου.
Να σημειωθεί, πως στην τελική ευθεία μπαίνει ο Δήμος Ήλιδας για το Μουσείο «Νίκος Μπελογιάννης-Μουσείο Εθνικής Αντίστασης και Μουσείο Εμφυλίου πολέμου» και την επίσπευση των διαδικασιών έχει αναλάβει τα γραφεία του Πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα και του Πρόεδρου της Βουλής, εδώ και μερικούς μήνες για να ολοκληρωθεί το έργο.
Τέλος, ύστερα από την προσπάθεια 21 χρόνων συνολικά, το Μουσείο Μπελογιάννη μπαίνει στο τελικό στάδιο και το Μουσείο αναμένεται να δοθεί προς  κατοίκους όλης της χώρας
μία κατά τη γνώμη μας πολύ σημαντική είδηση, η οποία είχε ως εξής:   

Η «λακωνικότητα» της ανακοίνωσης ήταν είναι πράγματι αξιοπρόσεκτη, αξιοσημείωτη και αξιοπερίεργη αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι μάλλον πρόκειται για το σημαντικότερο μεταπολεμικό πολιτιστικό γεγονός διεθνούς ακτινοβολίας για την πόλη της Αμαλιάδας.

Όμως ακολούθησε η δεύτερη είδηση στις 07/03/2017 που έβαζε καλύτερα τα πράγματα στη θέση τους:
«Παρουσία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, θα πραγματοποιηθούν τα εγκαίνια του Μουσείου “Νίκος Μπελογιάννης” την Δευτέρα 27 Μαρτίου στις 12 το μεσημέρι. Στα εγκαίνια θα παρευρεθούν επίσης ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης και αρχηγοί κοινοβουλευτικών κομμάτων και θα γίνουν τρεις ημέρες πριν τη συμπλήρωση 65 χρόνων από την εκτέλεση του μεγάλου αγωνιστή Νίκου Μπελογιάννη, στις 30 Μάρτη του 1952.
Εν όψει της επίσημης λειτουργίας του Μουσείου ο δήμαρχος Ηλιδας Χρήστος Χριστοδουλόπουλος με ανακοίνωσή του καλεί τους πολίτες να διαθέσουν τυχόν αρχειακό υλικό που έχουν στην κατοχή τους για τη μόνιμη έκθεση, δίνοντας τη δυνατότητα στο ευρύ κοινό να γνωρίσει άγνωστες πτυχές της ζωής του ιστορικού προσώπου της Αριστεράς, που είναι συνδεδεμένο με την Αμαλιάδα».

Αναμφισβήτητα τα εγκαίνια ενός μουσείου και ειδικότερα του εν λόγω μουσείο είναι ένα πολύ σημαντικό γεγονός, ( προσωπικά πιστεύουμε ότι πρόκειται για το πιο σημαντικό πολιτιστικό γεγονός της μεταπολιτευτικής Αμαλιάδας και Ηλέιας με διεθνή ακτινοβολία και προεκτάσεις)  ας σκεφτούμε λίγο όμως το νόημα του γεγονότος, μιας και οι παραπάνω ειδήσεις μας προδιαθέτουν ώστε να θέσουμε ορισμένα ερωτήματα, μερικά εκ των οποίων προκύπτουν αβίαστα:

·         Κατ’ αρχήν , τι ακριβώς σημαίνει εν γένει η πρόταση «εγκαινιάζω ένα μουσείο»? Μήπως καλώ επισήμους , κόβω την κορδέλα εγκαινίων, φωτογραφίζομαι, , βγάζω δακρύβρεχτους λόγους και  καθολικούς λόγους , στέλνω φωτογραφίες στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και κάνω αναρτήσεις με τη φωτογραφία μου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ( twitter, facebook κ.λ.π, που παρεμπιπτόντως την εποχή της θυσίας του Νίκου Μπελογιάννη δεν  είχαν και τόση μεγάλη πέραση), συντρώγω μετά οινοποσίας με τους επισήμους και τους επαΐοντες, ένθεν κει κείθεν, συζητώντας ταυτόχρονα για το «μεγαλείο» της θυσίας ή και το «μάταιο» και το «άδικο» πολλές φορές. Με άλλα λόγια , μήπως δηλαδή σημαίνει ότι,  στο φόντο της ζωής μιας σπουδαίας προσωπικότητας και ενός μεγάλου γεγονότος , θα πρέπει κάποιοι να στριμωχνούν, σε ένα τόπο στο χώρο και στο χρόνο,  σε ένα ιδιότυπο διαγωνισμό για το ποιος «θα γίνει πιο ορατός» από τον άλλον, κατά το «γίνε ορατός», «μπες ακούραστα σε κοινή θέα», τα δύο συχνότερα αποφεύγματα του κυρίαρχου λόγου? Λέω, μήπως?

·         Τι σημαίνει εγκαινιάζω ένα μουσείο «Νίκος Μπελογιάννης-Μουσείο Εθνικής Αντίστασης και Μουσείο Εμφυλίου πολέμου», στην Αμαλιάδα του Νίκου Μπελογιάννη, αλλά και των τόσων άλλων γνωστών και άγνωστων συντρόφων του και συναγωνιστών του που τον συντρόφεψαν και στα δύο αυτά μεγάλα ιστορικά γεγονότα για την Ελλάδα του εικοστού αιώνα, την Εθνική αντίσταση και τον Εμφύλιο. Διότι ο Νίκος Μπελογιάννης δεν ήταν κομπάρσος σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο, ήταν πρωταγωνιστής και τραγικός ήρωας, και οι πρωταγωνιστές έχουν λόγους για τους οποίους αναλαμβάνουν τους ρόλους τους αλλά κυρίως έχουν ιδέες, ιδεώδη και ιδανικά. Και ιδανικά τα οποία απευθύνονται στο μέλλον, στις νέες γενιές, στα νέα προβλήματα, είναι ιδέες και ιδανικά διαχρονικά. Άραγε η διαδικασία των εγκαινίων ενός μουσείου των πρωταγωνιστών στον τόπο που γεννήθηκαν , όπου η ψυχή τους και και η σκέψη τους σκίρτησε για πρώτη φορά, θα πρέπει να  έχει σχέση και με αυτές τις ιδέες, θα πρέπει να είναι τόπος συνάντησης με αυτές , συζήτησης και και κριτικής ενασχόλησης με ή απλώς θα πρέπει να «αποκαλύπτει» μια τυπική σχέση του ήρωα με τον τόπο, όπου μέσα από κάδρα, φωτογραφίες, προθήκες, πάγκους κ.λ.π θα «αποκρυπτογραφείται» ο «ήρωας», η σχέση του με την εποχή του, και όπου διάφοροι «κομπάρσοι της ιστορίας» και του παρόντος θα προσπαθούν και θα επιθυμούν να βρεθούν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, να παίζουν συνήθεις σημερινούς ρόλους, δηλαδή να φαίνονται? Μήπως λοιπόν ο «χαμογελαστός» «άνθρωπος με το γαρύφαλλο» είχε ιδέες και ιδανικά, οραματιζόταν μια άλλη Ελλάδα, ελεύθερη, χωρίς εξάρτηση, χωρίς καταπίεση και εκμετάλλευση, πράγματα που η πλειοψηφία των εγκαινιάζοντων έχουν προ πολλού εναποθέσει σε μια άλλη προθήκη που κάποτε είχε εύστοχα και κάτω από άλλες περιστάσεις και συνδηλώσεις αναφερθεί ως "χρονοντούλαπο της ιστορίας"? Λέω, μήπως? 

·         Είναι , ένα μουσείο που φέρει τον τίτλο «Νίκος Μπελογιάννης-Μουσείο Εθνικής Αντίστασης και Μουσείο Εμφυλίου πολέμου» παρόμοιο με ένα π.χ τεχνολογικό μουσείο, ένα μουσείο φυσικής ιστορίας, ένα μουσείο οίνου κ.λ.π, και με αυτή την έννοια ανήκει σε όλους,   με την μοναδική προϋπόθεση το κοινό τους θεματικό, εγκυκλοπαιδικό ενδιαφέρον ή το ότι είναι αρκούντως ευαίσθητοι και μπορούν να συγκινηθούν  ως άνθρωποι με το χαμό ενός συνανθρώπου τους, συμπολίτη τους, πολύ νέου εν προκειμένου,  και να συζητούν σε συναντήσεις μεταξύ οίνου και άρτου, φυσικά ντυμένοι στα καλά τους, για το άδικο και τη ματαιότητα της θυσίας του, και μάλιστα σε τόσο νεαρή ηλικία, σε ένα δρόμο που ποτέ δεν θα πρότειναν για κανένα, πόσο μάλλον για τον εαυτό τους. Μπορεί ένα μουσείο που αφορά τη ζωή, την ηρωική και παραδειγματική αντιστασιακή δράση που έφτασε έως την μεγαλειώδη  τραγική θυσία για λογαριασμό των πολλών και των αδυνάτων, να είναι μουσείο όλων, να ανήκει σε όλους , ακόμη και σε αυτούς που είτε είναι ενεργοί φορείς αντίπαλων ιδεολογιών  είτε ασπάζονται τις ερμηνείες αντιπάλων και πολλές φορές αυτουργών των αγωνιστών? «Οι Αμερικανοί, ο στρατός και το παλάτι ήθελαν νεκρό τον Μπελογιάννη», σε αυτό φαίνεται να συντείνει κάθε στοιχειωδώς συνεπής ιστορική ανάλυση. Γιατί άραγε, με ποια λογική? Για ποιους πολιτικούς, κοινωνικούς και ιδεολογικούς λόγους? Πρέπει ένα μουσείο, «η διαδικασία μουσείο» να στέκεται απέναντι σε αυτά, να τα κοινωνεί, να τα θεματοποιεί , να καθιστά τις έως τώρα απαντήσεις προβληματικές και ανεπαρκείς, προσεγγίσεις σε μια μεγαλύτερη αλήθεια που ακόμη μας διαφεύγει?

·         Μουσείο «Νίκος Μπελογιάννης-Μουσείο Εθνικής Αντίστασης και Μουσείο Εμφυλίου πολέμου». Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος ήταν ένας ολοκληρωτικός πόλεμος, ένα πεδίο πάνω στο οποίο μεθοδεύτηκε μία διπλή στρατηγική στην οποία συναντήθηκαν εγχώριες και διεθνείς καθεστηκυίες δυνάμεις : την εκρίζωση των πολιτικών, κοινωνικών αλλαγών που είχε επιφέρει η Αντίσταση στην κοινωνική και πολιτική και κοινωνική εμπειρία ( απo-εαμοποίηση) και την εμπέδωση της πειθάρχησης των κοινωνιών την οποία επέβαλλε ο Ψυχρός πόλεμος. Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος ήταν ένας ολοκληρωτικός πόλεμος, ένας πόλεμος που στόχευε . στην απόλυτη υποταγή και την άρνηση του «άλλου» που επίσης είχε κατασκευάσει. Και ήταν συγχρόνως ένας πόλεμος πάνω στον οποίο οικοδομήθηκε ο σκληρός ταξικός κόσμος της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Πώς εκδηλώθηκε αυτός ο ολοκληρωτικός χαρακτήρας όμως? Ένα μουσείο της Εθνικής Αντίστασης θα προσπαθήσει άραγε να προσεγγίσει με αφετηρία τα εγκαίνιά του και εν συνεχεία με τη λειτουργία του αυτά τα σημαντικά ερωτήματα? Και αν ναι, πως ακριβώς? Εδώ προκύπτει το επόμενο ερώτημα

·          Πως ακριβώς θα λειτουργήσει το νέο Μουσείο? Στη βάση ποιας μουσειολογικής μελέτης? Ποιοι θα το λειτουργήσουν? Με τι προσόντα , τι ικανότητες, ποιο σχεδιασμό και ποια οράματα? Πώς θα γίνει η επιλογή τους? Με τι πόρους? Πως θα διασφαλιστεί η διαφανής, δημοκρατική και ανοιχτή προς την τοπική και ευρύτερη κοινωνία αλλά και το διεθνές περιβάλλον  λειτουργία του?  κ.λ.π, κ.λ.π. Οι λακωνικές ανακοινώσεις δεν διασαφηνίζουν τίποτε από όλα αυτά, δημιουργούν εντυπώσεις, θολώνουν τα νερά, καθιστώντας μας δικαιολογημένα καχύποπτους ως προς τις προθέσεις.

Ο σπουδαίος τσέχος μαρξιστής φιλόσοφος Κάρελ Κοσίκ, σε ένα σημαντικό του κείμενο
(αμετάφραστο στα ελληνικά) που φέρει τον τίτλο η Λούμπεν μπουρζουαζία και η υψηλή πνευματική αλήθεια) αναφέρει κάπου σε κάποιο σημείο:  « Εάν ζούσε ο Γκαίτε στην εποχή μας μας θα έλεγε μια μέρα στον Έκερμαν: ακούστε προσεκτικά, θα σας αποκαλύψω το μεγάλο μυστικό της Ευρωπαϊκής Ιστορίας. Στις ανατροπές και στις επαναστάσεις πολεμούσε ο λαός στα χαρακώματα, γκρέμιζε το παλιό καθεστώς και τους καρπούς της νίκης του τους καρπώνονταν άλλοι. Ο λαός άργησε, τον απελευθερωμένο χώρο τον κατέλαβαν και χρησιμοποίησαν για να ικανοποιήσουν τα ιδιοτελή συμφέροντα δυνάμεις οι οποίοι κατορθώνουν στη σωστή στιγμή να οργανωθούν και αστραπιαία καταλαμβάνουν λειτουργίες, υψηλά πόστα, κερδοφόρες θέσεις και θέσεις επιρροής»

Ο Μαρξ  έλεγε " ...Ο θάνατος των ηρώων μοιάζει με το γέρμα του ήλιου και όχι με το σκάσιμο ενός παραμορφωμένου βατράχου" (κατά σύμπτωση η αναφορά γίνεται στην διδακτορική του διατριβή όπου είχε θέμα τη φιλοσοφία δύο ελλήνων φιλοσόφων, του Δημόκριτου και του Επίκουρου, και πράγματι οι συμπτώσεις είναι αξιοπερίεργες).
Εειρήσθω εν παρόδω και ο Νίκος ήταν μαρξιστής, και μεγάλος αντιφασίστας και είναι εντυπωσιακή η βουβαμάρα γύρω από αυτές τις ιδιότητες του Νίκου, κυρίως την πρώτη,  γιατί μάλλον κάτι τέτοιο καίει τις φιλόδοξες χούφτες.

Το να είναι κανείς μέλος της οποιαδήποτε ανθρώπινης κοινότητας σημαίνει να τοποθετείται σε σχέση με το παρελθόν του έστω και για να το αρνηθεί

Όμως όπως είχε πει ο ίδιος παραπάνω διανοητής Κάρελ Κόσικ σε ένα άλλο δοκίμιό του που φέρει το σημαδιακό τίτλο «Το αγόρι και ο θάνατος»:
"Ακόμα και η συνείδηση ενός λαού πάσχει από σύγχυση. Ένας λαός που δεν έχει ξεκαθαρίσει εάν νίκησε ή ηττήθηκε στον πόλεμο, εάν η υπόθεση που υπερασπίστηκε ήταν καλή ή κακή, αν αγωνίστηκε με το μέρος του δικαίου ή του αδίκου, αν πρέπει να προτιμήσει τη γενναιότητα ή τη συνετή αναμονή- αυτός ο λαός εκτίθεται στον κίνδυνο να χάσει το μέτρο και το μέσο, να βουλιάξει στη μετριότητα και να γίνει άθυρμα στα χέρια ξένων και ντόπιων δολοπλόκων. Ο λαός δέρνεται από αμφιβολίες οι οποίες δεν έχουν τίποτα το κριτικό και δημιουργικό αλλά είναι καταστρεπτικές"

Τι «τυποποιημένο κοινωνικό παρελθόν»  δεν είναι παρελθόν και κυρίως δεν είναι παρελθόν που είναι προσανατολισμένο στο μέλλον.

Θα επιθυμούσαμε επιπρόσθετα,  με την ευκαιρία του γεγονότος,  να υπενθυμίσουμε στους διαφόρους θεατρίνους μερικές απλές αλήθειες ίσως και προειδοποιήσεις  σε μια προσπάθεια να τους «προστατεύσουμε» από την αυτογελοιοποίησή  τους :

Αξιότιμοι κύριοι,  προσέξτε καλά διότι εδώ δεν είμαστε ούτε σε χώρα ούτε σε πόλη Βουσμάνων.

Το μουσείο του «Νίκου Μπελογιάννη-Μουσείο Εθνικής Αντίστασης και Μουσείο Εμφυλίου πολέμου» δεν αφορά εσάς, δεν σχετίζεται με σας, αλλά με όλους εμάς τους άλλους,  και κυρίως σχετίζεται και αφορά την νεολαία του αύριο και τους αγώνες της για έναν διαφορετικό μέλλον από αυτό που εσείς της κατασκευάζεται,  μεθοδικά κάθε μέρα, σημείο με σημείο , αντιστρέφοντας τις επιθυμίες της, καταστρέφοντας τα όνειρά της,   προσπαθώντας να σώσετε το κουρασμένο τομάρι σας, αδυνατώντας να σηκωθείτε και να εγείρεται στοιχειώδες ανάστημα στους σύγχρονούς δυνάστες και καταπιεστές. Καθιστάμενοι έτσι πολλές φορές συνεργοί και συνεργάτες , ορντινάτσες τους .

Το μουσείο του «Νίκου Μπελογιάννη-Μουσείο Εθνικής Αντίστασης και Μουσείο Εμφυλίου πολέμου» δεν αποτελεί συρραφή, συγκόλληση, μπάλωμα, κολυμπήθρα του Σιλωάμ, απονομή βραβείων Όσκαρ δεξιώσεις και επίσημα γεύματα, αλλά ρωγμή  χάσμα, χαίνουσα πληγή,  σαν αυτή που έφερε ο Νίκος στο χέρι του και συνεχώς την κοιτούσε σκεπτικός,

Διότι οι αγώνες και οι θυσίες του Νίκου Μπελογιάννη και των συντρόφων του δεν ήταν προσκοπισμός, δεν επιδίωκαν την βεβαιότητα της ένταξης αλλά αποτελούσαν τόλμημα πετάγματος. Δεν ήταν ευτελείς θυσίες που κανείς δεν λογαριάζει διότι είναι ενσωματωμένες στην τρέχουσα καθημερινή ζωή, αλλά θυσίες που προαναγγέλλουν την εξαιρετικότητα, συμβάντα που ανακόπτουν  τη συνηθισμένη ροή των πραγμάτων, ανοίγουν έναν άλλο χώρο αλλά και χρόνο και εγκαινιάζουν μια άλλου είδους κίνηση που απελευθερώνει από το μούδιασμα, την επαναλαμβανόμενη καθημερινότητα. Και με αυτή την έννοια η θυσία βγάζει από το αυτονόητο και οδηγεί στον εορτασμό, δημιουργεί χώρο για την πραγματική εορτή.

Προσέξτε κύριοι διότι τα εγκαίνια ενός τέτοιου μουσείου δεν είναι σύμβαση, δεν είναι ρουτίνα, μηχανική επανάληψη των τετριμμένων χωρίς καμία έμφαση στο περιεχόμενο αλλά είναι ιεροτελεστία και ως τέτοια δεν αποτελεί καμία πράξη εθιμοτυπική και συμβατική. Η ιεροτελεστία αποδίδει τιμές και αναγνωρίζει. Δεν αποδίδουν όμως και δεν αναγνωρίζουν τιμές οι ζωντανοί στους νεκρούς όταν τους ανακατεύουν στα επίγεια παιγνίδια τους, όταν σέρνουν τους νεκρούς από το βασίλειο της λάμψης της θυσίας τους στο επίγειο σκότος τους, όταν χρησιμοποιούν τους τιμημένους νεκρούς ως ασπίδα και μέσο για να επιβάλλουν δικά τους ιδιοτελή συμφέροντα, συσκοτίζοντας τις πράξεις των νεκρών και δυσκολεύοντας τις γενιές που μεγαλώνουν σήμερα να καταλάβουν την σημασία τους,  οδηγώντας την να τις αντιμετωπίζει με ατάραχη αδιαφορία. Τόσο η απόρριψη της θυσίας όσο και ο δοξασμός της με ιδιοτέλεια,  αποτελούν μπακαλίστικους υπολογισμοούς και ωφελιμιστικές αντιλήψεις ζωής.

Προσέξτε κύριοι, επειδή το μουσείο του «Νίκου Μπελογιάννη-Μουσείο Εθνικής Αντίστασης και Μουσείο Εμφυλίου πολέμου» έχει τέτοια λάμψη και δύναμη που θα καταστήσει τις ιδιοτελείς σας επιθυμίες, φιλοδοξίες  και πράξεις περιφερειακό μέγεθος, σκιά, παρωδία, κωμωδία, σαχλαμάρα, θα τις καταστήσει καταγέλαστες. Το Μουσείο αυτό έχει την διακριτική ικανότητα να διαχωρίζει τον ψευτο-θεατρίνο από τον αληθινό ηθοποιό , το παιγχνίδι και την ψευδή -αναπαράσταση από την αληθινή αναπαράσταση και την πραγματική ζωή. Πρέπει να έχει κάποιος πολύ μεγάλο ηθικό ανάστημα να σταθεί απέναντι σε αυτή τη λάμψη χωρίς να διατρέχει τον κίνδυνο να χαθεί στην αναλαμπή της, να γελοιοποιηθεί, να συντριβεί.     

«Διότι οι αετοί μπορεί να πετάξουν καμιά φορά χαμηλά αλλά οι κότες δεν μπορούν να πετάξουν ποτέ ψηλά» έλεγε  ένας μεγάλος ομοϊδεάτης του Νίκου, και ο Νίκος, η ζωή του, το έργο του και η τραγική και ηρωική του θυσία δεν προσφέρεται και δεν θα γίνει ποτέ οδοντογλυφίδα για να καθαρίσουν τα δόντια τους κάποιοι ένθεν και κείθεν,  οι οποίοι φάγανε,  και εξακολουθούν να τρώνε κρέας από αυτήν. Αυτοί που υπάρχουν παντού και πάντα.

Επειδή «ο ένας πάντα λείπει, και όταν εμφανίζεται γίνεται τραγούδι και παραμύθι, και όποιος γίνεται τραγούδι και παραμύθι, μένει» . Γίνεται φως. Οι άλλοι, οι γιγάντιοι νάνοι, εξαυλώνονται , γίνονται σκιές, σκοτάδι ... 






"Η εκτέλεση του Μπελογιάννη" - Πέτερ ντε Φράνσια

0 comments:

Post a Comment