wi

Pages

Saturday, 3 May 2025

Henry James (Χένρυ Τζέημς) - ένας μεγάλος συγγραφέας

Print Friendly and PDFPrint Friendly

    

 Ο Henry James OM* (Χένρυ Τζέημς) ήταν Αμερικανο-Βρεττανός συγγραφέας με αρκετά πολυσέλιδα μυθιστορήματα, που μερικά απ' αυτά θεωρούνται (κι είναι) αριστουργηματικά, ήτανε σπουδαίος στυλίστας, οξυδερκής και βαθιά ατμοσφαιρικός δημιουργός, που ξεκίνησε σα ρεαλιστής για να ωριμάσει και να εξελιχθεί σε συγγραφέα υπαινικτικό που δίνει έμφαση στη λεπτομέρεια ανατέμνοντας τα βάθη της ανθρώπινης ψυχής. Το έργο του χαρακτηρίστηκε από έντονο κοσμοπολιτισμό, λατρεία προς την Ευρώπη κι ειδικότερα τη Βρεττανία. Οι οξυδερκείς περιγραφές των Αμερικανών στην Ευρώπη, των αστικών σαλονιών, των αφελών συμπατριωτών μπρος στους πιο προηγμένους πνευματικά Ευρωπαίους, οι διαφορές των 2 ηπείρων -η αποξένωση των ανθρώπων, τα βάσανα των ανεξάρτητων γυναικών, ο γάμος κι οι επιπτώσεις του, η καλυμμένη ομοφυλοφιλία, οι Βικτωριανοί κώδικες, η υποκρισία της αστικής τάξης, κυριαρχούνε στα έργα του που σε συνδυασμό με τη λεπτότητα και το απαράμιλλο ύφος του λόγου του, τα καθιστούν ακαταμάχητα. Θεωρείται βασική μεταβατική φιγούρα μεταξύ λογοτεχνικού ρεαλισμού και λογοτεχνικού μοντερνισμού και θεωρείται από πολλούς απ' τους μεγαλύτερους μυθιστοριογράφους στην αγγλική γλώσσα. Ήτανε γιος του Henry James του πρεσβύτερου κι αδελφός του φιλόσοφου και ψυχολόγου William James και της ημερολογιογράφου Alice James.

___________________
ΟΜ=Το Τάγμα της Αξίας είναι ένα παράσημο αξίας για τα βασίλεια της Κοινοπολιτείας, που αναγνωρίζει τη διακεκριμένη υπηρεσία στις ένοπλες δυνάμεις, την επιστήμη, τη τέχνη, τη λογοτεχνία ή τη προώθηση του πολιτισμού. Ιδρύθηκε το 1902 από τον Εδουάρδο Ζ', η είσοδος στο τάγμα παραμένει το προσωπικό δώρο του Κυρίαρχου του -προς το παρόν του δισέγγονου του Εδουάρδου Ζ', Κάρολο Γ'- και περιορίζεται σε 24 ζωντανούς παραλήπτες από τα βασίλεια της Κοινοπολιτείας, συν ένα περιορισμένο αριθμό των επίτιμων μελών. Ενώ όλα τα μέλη έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν τα μεταγενέστερα γράμματα OM και να φοράνε το σήμα του τάγματος, η προτεραιότητα του Τάγματος Αξίας μεταξύ άλλων τιμών διαφέρει μεταξύ των χωρών.
------------------------------

     Είναι περισσότερο γνωστός για τα μυθιστορήματά του που ασχολούνται με την κοινωνική και συζυγική αλληλεπίδραση μεταξύ των εμιγκρέδων Αμερικανών, των Άγγλων και των ηπειρωτικών Ευρωπαίων, όπως Το Πορτραίτο Μιας Κυρίας. Τα μεταγενέστερα έργα του, όπως Οι ΠρεσβευτέςΤα Φτερά Του Περιστεριού και Το Χρυσό Μπωλ, ήταν όλο και πιο πειραματικά. Περιγράφοντας εσωτερικές καταστάσεις του νου και τη κοινωνική δυναμική των χαρακτήρων του, συχνά έγραφε με ύφος που διφορούμενα ή αντιφατικά κίνητρα κι εντυπώσεις επικαλύπτονταν ή αντιπαραβάλλονταν στη συζήτηση της ψυχής ενός χαρακτήρα. Για τη μοναδική αμφισημία τους, καθώς και για άλλες πτυχές της σύνθεσής τους, τα τελευταία έργα του έχουνε συγκριθεί με την ιμπρεσιονιστική ζωγραφική.  Η νουβέλα του The Turn of the Screw (Το Στρίψιμο Της Βίδας) έχει κερδίσει τη φήμη ως η πιο αναλυμένη και διφορούμενη ιστορία φαντασμάτων στην αγγλική γλώσσα και παραμένει το πιο ευρέως προσαρμοσμένο έργο του μεταξύ άλλων. Έγραψε κι άλλες αξιόλογες ιστορίες φαντασμάτων όπως το The Jolly Corner (Η χαρούμενη γωνιά). Δημοσίευσε βιβλία κριτικής κι άρθρα ταξιδιών, βιογραφίας, αυτοβιογραφίας και θεατρικών έργων.
     Γεννήθηκε στο 21 Washington Place (απέναντι από τη Washington Square) στη Νέα Υόρκη στις 15 Απρίλη 1843, μα έζησε κυρίως στην Ευρώπη ως νεαρός και τελικά εγκαταστάθηκε στην Αγγλία, έγινε Βρεττανός το 1915, έν έτος πριν το θάνατό του. Προτάθηκε για το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1911, το 1912 και το 1916. Ο Μπόρχες είπε: "Έχω διαβάσει μερικές λογοτεχνίες της Ανατολής και της Δύσης. Έχω συντάξει μια εγκυκλοπαιδική συλλογή φανταστικής λογοτεχνίας. Έχω μεταφράσει ΚάφκαΜέλβιλ και Μπλόι. Δεν ξέρω πιο ξένο έργο απ' αυτό του Χένρυ Τζέημς". Κι όπως έγραψε ο T.S.Eliot, "Το επίκεντρο στα έργα του Τζέημς, δεν είναι κάποιος χαρακτήρας ή έστω ομάδα χαρακτήρων μέσα σε μια πλοκή (...). Είναι πάντα μια κατάσταση, μια σχέση, μια ατμόσφαιρα, που συνεισφέρουνφ τα πρόσωπα μόνον όσο τους επιτρέπει ο συγγραφέας".


                                  

Με τον πατέρα του στα 11

     Οι γονείς του ήταν η Mary Walsh κι ο Henry James ο πρεσβύτερος. Ο πατέρας ήταν έξυπνος και συμπαθητικός, λέκτορας, θεολόγος και φιλόσοφος κι ήταν ένας από τους σημαντικότερους λόγιους στην Αμερική του 19ου αι. που 'χε κληρονομήσει τον πατέρα του, τραπεζίτη κι επενδυτή του Albany. Η Μαίρη προερχόταν από πλούσια οικογένεια που 'χε εγκατασταθεί καιρό πριν στη Νέα Υόρκη. Η αδελφή της Katherine έζησε με την οικογένειά τους μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο Henry Jr. ήταν ένα από τα 3 αγόρια, τ' άλλα ήταν ο William, που ήταν 1 χρόνο μεγαλύτερός του και τα μικρότερα Wilkinson (Wilkie) και Robertson. Η μικρότερη αδελφή του ήταν η Alice κι οι 2 γονείς ήταν ιρλανδικής και σκωτσέζικης καταγωγής. Πριν γίνει ενός έτους, ο πατέρας του πούλησε το σπίτι στο Washington Place και πήρε την οικογένεια στην Ευρώπη, όπου έζησαν για ένα διάστημα σε εξοχικό στο Windsor Great Park στην Αγγλία. Επέστρεψαν στη Νέα Υόρκη το 1845 κι ο Henry πέρασε μεγάλο μέρος της παιδικής του ηλικίας ζώντας μεταξύ του σπιτιού της γιαγιάς του πατέρα του στο Albany κι ενός σπιτιού, στο 58 West Fourteenth Street, του Μανχάταν. Ένας πίνακας μιας άποψης της Φλωρεντίας από τον Thomas Cole ήτανε κρεμασμένος μπρος στο σαλόνι αυτού του σπιτιού στο West Teenteenth. Η εκπαίδευσή του υπολογίστηκε από τον πατέρα του για να τον εκθέσει σε πολλές επιρροές, κυρίως επιστημονικές και φιλοσοφικές. Περιγράφηκε από τον Percy Lubbock, συντάκτη των επιλεγμένων επιστολών του, ως εξαιρετικά τυχαία κι ασύδοτη. Κάποτε, ένας ξάδερφος της οικογένειας James πήγε στο σπίτι κι ένα βράδυ στη διάρκεια της παραμονής του, διάβασε δυνατά ένα βιβλίο (David Copperfield) στους πρεσβύτερους της οικογένειας: Ο Henry είχε κρυφτεί στη κρεβατοκάμαρα ν' ακούσει κρυφά την ανάγνωση, μέχρι που μια σκηνή που αφορούσε τους Murdstones τον έκανε να κλάψει με δυνατούς λυγμούς, οπότε ανακαλύφθηκε και στάλθηκε πίσω στο κρεβάτι.
     Ταξίδεψε στην Ευρώπη σε πολύ μικρή ηλικία και μαθήτευσε πλάι σε φημισμένους εκπαιδευτικούς της εποχής. Στα 19 του γράφτηκε στη Νομική Σχολή Χάρβαρντ, αλλά προτίμησε λογοτεχνία από το νόμο. Το 1864 δημοσίευσε το 1ο του διήγημα, A Tragedy of Error κι από τη στιγμή εκείνη αφοσιώθηκε στη συγγραφή διηγημάτων. Μεταξύ 1855-60, η οικογένεια ταξίδεψε στο Λονδίνο, το Παρίσι, τη Γενεύη, τη Βουλώνη-συρ-Μερ, τη Βόννη και το Νιούπορτ του Ρόουντ Άιλαντ, σύμφωνα με τα τρέχοντα ενδιαφέροντα και τις εκδοτικές επιχειρήσεις του πατέρα, υποχωρώντας στις ΗΠΑ όταν τα κεφάλαια ήτανε χαμηλά. Έφτασε στο Παρίσι Ιούλιο του 1855 κι έπιασε σε ξενοδοχείο στη Rue de la Paix. Κάποια στιγμή μεταξύ 1856-57, όταν ο William ήτανε 14 κι ο Henry 13, οι 2 αδελφοί επισκέφθηκαν το Λούβρο και το παλάτι του Λουξεμβούργου. Ο Χένρυ σπούδασε κυρίως με δασκάλους και παρακολούθησε σύντομα σχολεία ενώ η οικογένεια ταξίδεψε στην Ευρώπη. Ένας δάσκαλός του στο Παρίσι, ο M. Lerambert, είχε γράψει 1 τόμο στίχων που 'χε αξιολογηθεί καλά από τον Sainte-Beuve. Οι μεγαλύτερες διαμονές τους ήτανε στη Γαλλία, όπου άρχισε να αισθάνεται σαν στο σπίτι του κι έμαθε άπταιστα γαλλικά. Είχε τραύλισμα, που φαίνεται να εκδηλώθηκε μόνον όταν μιλούσε αγγλικά, στα γαλλικά δεν τραύλισε.
     Το καλοκαίρι του 1857, η οικογένεια πήγε στη Boulougne-sur-Mer, έτισε σπίτι στον αριθμό 20 της Rue Neuve Chaussée κι ο Henry ήτανε τακτικός πελάτης σε μια αγγλική δανειστική βιβλιοθήκη. Το φθινόπωρο κείνου του έτους, ο πατέρας έγραψε απ' τη Βουλώνη σε φίλο ότι "ο Henry δεν είναι τόσο λάτρης της σωστά αποκαλούμενης μελέτης, όσο της ανάγνωσης... Είναι ένας καταβροχθιστής βιβλιοθηκών κι ένας τεράστιος συγγραφέας μυθιστορημάτων και δραμάτων. Έχει σημαντικό ταλέντο ως συγγραφέας, αλλά αδυνατώ να ξέρω αν θα καταφέρει ποτέ πολλά". Ο William έγραψε σ' επιστολή προς τους γονείς τους στο Παρίσι, ενώ τα αγόρια μένανε στη Βόννη, ότι "ο Henry κι ο Garth Wilkinson θα παλέψουν όταν η μελέτη τους έχει κάνει να θολώσουνε και να νυστάξουνε". Το 1860, επιστρέψανε στο Newport. Εκεί, ο Ερρίκος έγινε φίλος με το Τόμας Σάρτζεντ Πέρι, που επρόκειτο να γίνει διάσημος λογοτεχνικός ακαδημαϊκός και τον ζωγράφο Τζον ΛαΦάρζ που τον εισήγαγε στη γαλλική λογοτεχνία κι ιδιαίτερα στον Μπαλζάκ, -αργότερα τον αποκάλεσε "τον μεγαλύτερο δάσκαλό του" κι είπε ότι είχε μάθει περισσότερα για τη τέχνη της μυθοπλασίας απ' αυτόν παρά από οποιονδήποτε άλλο.
     Τον Ιούλιο του 1861, ο Χένρυ κι ο Πέρι επισκέφθηκαν ένα στρατόπεδο τραυματιών κι αναπήρων στρατιωτών της Ένωσης στην ακτή του Ρόουντ Άιλαντ, στο Πόρτσμουθ Γκρόουβ. Έκανε περιπάτους κι είχε συνομιλίες με πολλούς στρατιώτες και τα επόμενα χρόνια συνέκρινε αυτή την εμπειρία με κείνη του Walt Whitman ως εθελοντή νοσοκόμου. Φθινόπωρο του 1861, τραυματίστηκε, πιθανώς στη πλάτη, ενώ πάλευε με πυρκαγιά. Αυτός ο τραυματισμός, που επανεμφανίστηκε κατά καιρούς σ' όλη τη διάρκεια της ζωής του, τονε κατέστησε ακατάλληλο για στρατιωτική θητεία στον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο. Οι νεότεροι αδελφοί του Garth Wilkinson και Robertson, ωστόσο, υπηρέτησαν κι οι δύο, με τον Wilkinson να υπηρετεί ως αξιωματικός στη 54η Μεραρχία Μασαχουσέτης. Το 1ο του μυθιστόρημα Watch & Ward 1871 γράφτηκε μεταξύ Βενετίας & Παρισιού.
     Το 1864, η οικογένεια μετακόμισε στη Βοστώνη για να 'ναι κοντά στον William, που 'χε εγγραφεί πρώτα στην Επιστημονική Σχολή Lawrence στο Χάρβαρντ και στη συνέχεια στην ιατρική σχολή. Το 1862, παρακολούθησε τη Νομική Σχολή Χάρβαρντ, αλλά συνειδητοποίησε ότι δεν ενδιαφερόταν να σπουδάσει νομικά. Συνέχισε το ενδιαφέρον του για τη λογοτεχνία και συνεργάστηκε με τους συγγραφείς και κριτικούς William Dean Howells και Charles Eliot Norton στη Βοστώνη και το Cambridge και δημιούργησε δια βίου φιλίες με τον Oliver Wendell Holmes Jr., τον μελλοντικό δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου, και με τους James T. Fields κι Annie Adams Fields, τους 1ους επαγγελματίες μέντορές του. Το 1865, η Louisa May Alcott επισκέφθηκε τη Βοστώνη και δείπνησε με την οικογένεια James. Έμελλε να γράψει στα ημερολόγιά της ότι "ο Χένρυ Τζούνιορ... ήταν πολύ φιλικός. Όντας νεαρός λογοτέχνης, μου έδωσε συμβουλές, σαν να ήταν 80 κι εγώ κορίτσι".
     Το 1ο δημοσιευμένο έργο του ήτανε κριτική μιας θεατρικής παράστασης, Miss Maggie Mitchell in Fanchon the Cricket, που δημοσιεύθηκε το 1863. Περίπου έν έτος μετά, το Μια τραγωδία λάθους, το 1ο του διήγημα, δημοσιεύθηκε ανώνυμα. Η 1η λογοτεχνική πληρωμή του ήτανε για την εκτίμηση των μυθιστορημάτων του Sir Walter Scott, γραμμένα για το North American Review. Έγραψε μυθιστορήματα και nonfictions για το The Nation και το Atlantic Monthly, όπου ο Fields ήτανε συντάκτης. Το 1865, ο Ernest Lawrence Godkin, ο ιδρυτής του The Nation, επισκέφθηκε την οικογένεια James στη κατοικία της στη Βοστώνη στο Ashburton Place. Σκοπός της επίσκεψής του ήταν να ζητήσει συνεισφορές από τους Henry Senior και Junior για το εναρκτήριο τεύχος του περιοδικού.  Ο Henry Junior αργότερα περιέγραψε τη φιλία του με τον Godkin ως "μία από τις μεγαλύτερες και πιο ευτυχισμένες της ζωής μου". Το 1871, δημοσίευσε το 1ο του μυθιστόρημα, Watch & Ward, σε σειριακή μορφή στο Atlantic Monthly. Το μυθιστόρημα δημοσιεύθηκε αργότερα σε μορφή βιβλίου το 1878.
     Στη διάρκεια ενός 14μηνου ταξιδιού στην Ευρώπη το 1869-70, γνώρισε τον John Ruskin, τον Charles Dickens, τον Matthew Arnold, τον William Morris και τον George Eliot. Η Ρώμη τον εντυπωσίασε βαθιά. "Εδώ είμαι τότε στην Αιώνια Πόλη", έγραψε στον αδελφό του Γουίλιαμ. "Επιτέλους -για πρώτη φορά- ζω"! Προσπάθησε να υποστηρίξει τον εαυτό του ως ανεξάρτητος συγγραφέας στη Ρώμη και στη συνέχεια εξασφάλισε θέση ως ανταποκριτής στο Παρίσι για τη New York Tribune μέσω της επιρροής του εκδότη της, John Hay. Όταν αυτές οι προσπάθειες απέτυχαν, επέστρεψε στη Νέα Υόρκη. Στη διάρκεια του 1874-5, δημοσίευσε τα Transatlantic SketchesA Passion Pilgrim και Roderick Hudson. Το 1875, έγραφε για το The Nation κάθε βδομάδα. Έλαβε από $ 3 έως $ 10 για σύντομες παραγράφους, $ 12 έως $ 25 για κριτικές βιβλίων κι $ 25 έως $ 40 για ταξιδιωτικά άρθρα και μακροσκελή κείμενα. Στη διάρκεια αυτής της πρώιμης περιόδου της καρριέρας του, επηρεάστηκε από τον Nathaniel Hawthorne.
     Φθινόπωρο 1875, μετακόμισε στο Καρτιέ Λατέν του Παρισιού. Εκτός από 2 ταξίδια στην Αμερική, πέρασε τις επόμενες 3 10ετίες -το υπόλοιπο της ζωής του- στην Ευρώπη. Στο Παρίσι συναντήθηκε με τους ZolaDaudetMaupassantTurgenev κι άλλους. Έμεινε στο Παρίσι μόνον έν έτος πριν εγκατασταθεί στο Λονδίνο, καθιέρωσε σχέσεις με τον Macmillan κι άλλους εκδότες, που πληρώσανε για σειριακές εκδόσεις που δημοσιεύσανε σε μορφή βιβλίου. Το κοινό γι' αυτά τα μυθιστορήματα σε συνέχειες αποτελούνταν σε μεγάλο βαθμό από γυναίκες της μεσαίας τάξης κι ο Τζέημς αγωνίστηκε να διαμορφώσει σοβαρό λογοτεχνικό έργο μες στους περιορισμούς που επέβαλαν οι αντιλήψεις των εκδοτών για το τι ήτανε κατάλληλο για να διαβάσουν οι νεαρές γυναίκες. Ζούσε σε νοικιαζόμενα δωμάτια, αλλά ήτανε σε θέση να ενταχθεί σε λέσχες κυρίων που είχανε βιβλιοθήκες και που μπορούσε να διασκεδάσει με φίλους. Εισήχθη στην αγγλική κοινωνία από τους Henry Adams και Charles Milnes Gaskell, ο τελευταίος τον εισήγαγε στις Λέσχες Ταξιδιωτών & Μεταρρυθμιστών. Ήταν επίσης επίτιμο μέλος του Savile Club, του St James's Club και το 1882, του Athenaeum Club.


     Στην Αγγλία γνώρισε τις ηγετικές προσωπικότητες της πολιτικής και του πολιτισμού. Συνέχισε να 'ναι παραγωγικός συγγραφέας, παράγοντας το The American (1877), The Europeans (1878), μια αναθεώρηση του Watch & Ward (1878), French Poets & Novelists (1878), Hawthorne (1879) κι αρκετά μικρότερα έργα μυθοπλασίας. Το 1878 η Daisy Miller καθιέρωσε τη φήμη του και στις 2 πλευρές του Ατλαντικού. Τράβηξε τη προσοχή ίσως κυρίως επειδή απεικόνιζε γυναίκα που η συμπεριφορά είναι εκτός των κοινωνικών κανόνων της Ευρώπης. Ξεκίνησε επίσης το 1ο του αριστούργημα, Το πορτραίτο μιας κυρίας, που εμφανίστηκε το 1881. Το 1877, επισκέφθηκε 1η φορά το Wenlock Abbey στο Shropshire, σπίτι του φίλου του Charles Milnes Gaskell, που τον είχε γνωρίσει μέσω του Henry Adams. Εμπνεύστηκε πολύ από το σκοτεινό ρομαντικό αββαείο και τη γύρω ύπαιθρο, που εμφανίζονται στο δοκίμιό του Abbeys & Castles. Συγκεκριμένα, οι ζοφερές μοναστικές λίμνες ψαριών πίσω από το αβαείο λέγεται ότι ενέπνευσαν τη λίμνη στο The Turn of the Screw.
     Ενώ ζούσε στο Λονδίνο, συνέχισε ν' ακολουθεί τη σταδιοδρομία των Γάλλων ρεαλιστών, ιδιαίτερα του Zola. Οι στυλιστικές τους μέθοδοι επηρέασαν το δικό του έργο τα επόμενα έτη. Η επιρροή του Χώθορν πάνω του ξεθώριασε στη διάρκεια αυτής της περιόδου, αντικαταστάθηκε από τους Έλιοτ και Τουργκένιεφ. Η περίοδος 1878-81 είχε τη δημοσίευση των The EuropeansWashington SquareConfidence και The Portrait of a LadyΗ περίοδος 1882-3 χαρακτηρίστηκε από αρκετές απώλειες. Η μητέρα του πέθανε Γενάρη του 1882, ενώ βρισκότανε στην Ουάσινγκτον, σ' εκτεταμένη επίσκεψη στις ΗΠΑ. Επέστρεψε στο σπίτι των γονιών του στο Cambridge, που ήταν μαζί και με τα 4 αδέλφια για 1η φορά σε 15 έτη. Επέστρεψε στην Ευρώπη μέσα του 1882, αλλά γύρισε στις ΗΠΑ μέχρι το τέλος του έτους μετά το θάνατο του πατέρα. Ο Emerson, ένας παλιός οικογενειακός φίλος, πέθανε το 1882. Ο αδελφός του Wilkie κι ο φίλος του Turgenev πεθάνανε κι οι δύο το 1883.
     Το 1884, ο James έκανε άλλη μια επίσκεψη στο Παρίσι, όπου συναντήθηκε ξανά με τον Zola, τον Daudet και τον Goncourt. Παρακολουθούσε τις σταδιοδρομίες των Γάλλων ρεαλιστών ή φυσιοδιφών συγγραφέων κι επηρεαζόταν όλο και πιότερο απ' αυτούς. Το 1886, δημοσίευσε τους Βοστονέζους και τη Πριγκήπισσα Casamassima και τα 2 επηρεασμέναι απ' τους Γάλλους συγγραφείς που 'χε μελετήσει επιμελώς. Η κριτική αντίδραση κι οι πωλήσεις ήτανε φτωχές. Έγραψε στον Howells ότι τα βιβλία είχανε βλάψει τη καρριέρα του αντί να βοηθήσουν επειδή είχαν μειώσει την επιθυμία και τη ζήτηση για τις παραγωγές μου στο μηδέν. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, έγινε φίλος με τους Robert Louis StevensonJohn Singer Sargent, Edmund GosseGeorge du MaurierPaul Bourget και Constance Fenimore Woolson. Το 3ο του μυθιστόρημα απ' τη 10ετία του 1880 ήταν Η τραγική μούσα. Αν κι ακολουθούσε τα διδάγματα του Ζολά στα μυθιστορήματά του της 10ετίας του '80, ο τόνος κι η στάση τους είναι πιο κοντά στη μυθοπλασία του Alphonse Daudet. Η έλλειψη κριτικής κι οικονομικής επιτυχίας για τα μυθιστορήματά του στη διάρκεια αυτής της περιόδου τον οδήγησε να δοκιμάσει να γράψει για το θέατρο. Τα δραματικά του έργα κι οι εμπειρίες με το θέατρο αναλύονται παρακάτω.
     Το τελευταίο 3μηνο του 1889, για καθαρό κι άφθονο κέρδος, άρχισε να μεταφράζει το Port Tarascon, τον 3ο τόμο των περιπετειών του Daudet του Tartarin de Tarascon. Δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στο Harper's Monthly από τον Ιούνιο του 1890, αυτή η μετάφραση -που παινέθηκε ως έξυπνη από το The Spectator- δημοσιεύθηκε το Γενάρη του 1891 από τους Sampson Low, Marston, Searle &; Rivington. Μετά τη σκηνική αποτυχία του Guy Domville το 1895, ο James ήτανε κοντά στην απελπισία κι οι σκέψεις του θανάτου τονε βασάνιζαν. Η κατάθλιψή του επιδεινώθηκε από τους θανάτους των πιο κοντινών του ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένης της αδελφής του Αλίκης το 1892. ο φίλος του Wolcott Balestier το 1891 και Stevenson και Fenimore Woolson το 1894. Ο ξαφνικός θάνατος της Woolson Γενάρη του 1894 κι οι εικασίες αυτοκτονίας γύρω απ' το θάνατό της, ήταν ιδιαίτερα οδυνηρές γι' αυτόν. Ο Leon Edel έγραψε ότι ο απόηχος απ' το θάνατο της Woolson ήτανε τέτοιος που μπορούμε να διαβάσουμε ένα ισχυρό στοιχείο ενοχής και σύγχυσης στις επιστολές του κι ακόμη πιότερο, σε κείνες τις εξαιρετικές ιστορίες των επόμενων έξι ετών, Ο βωμός των νεκρών και Το θηρίο στη ζούγκλα.



     Τα έτη που δαπανηθήκανε σε δραματικά έργα δεν ήταν εντελώς χαμένα. Καθώς προχωρούσε στη τελευταία φάση της καρριέρας του, βρήκε τρόπους να προσαρμόσει δραματικές τεχνικές στη μυθιστορηματική φόρμα. Στα τέλη της 10ετίας του 1880 και καθ' όλη τη 10ετία του 1890, έκανε πολλά ταξίδια στην Ευρώπη. Πέρασε μακρά παραμονή στην Ιταλία το 1887. Κείνη τη χρονιά, δημοσίευσε τα σύντομο μυθιστορήματα The Aspern Papers και The Reverberator. 1897-8, μετακόμισε στο Rye του Sussex κι έγραψε το The Turn of the Screw. Το 1899-00 είχε την έκδοση του The Awkward Age και του The Sacred Fount. 1902-4, έγραψε τα Φτερά του ΠεριστεριούΟι Πρεσβευτές και Το Χρυσό Μπολ.
Το 1904, επισκέφθηκε ξανά τις ΗΠΑ κι έδωσε διαλέξεις για τον Μπαλζάκ. Το 1906-10, δημοσίευσε το The American Scene κι επιμελήθηκε την New York Edition, συλλογή 24 τόμων των έργων του. Το 1910, ο αδελφός του William πέθανε. Ο Χένρυ είχε μόλις ενωθεί με τον Γουίλιαμ από μια ανεπιτυχή αναζήτηση ανακούφισης στην Ευρώπη, σ' αυτό που αποδείχθηκε ότι ήταν η τελευταία επίσκεψή του στις ΗΠΑ (καλοκαίρι 1910- Ιούλιος 1911) κι ήταν κοντά του όταν πέθανε.
     Το 1913, έγραψε τις αυτοβιογραφίες τουA Small Boy & Others, και Notes of a Son & Brother. Μετά το ξέσπασμα του Α' Παγκ. Πολ. το 1914, έκανε πολεμικό έργο. Το 1915, έγινε Βρεττανός πολίτης και του απονεμήθηκε το Τάγμα της Αξίας (ΟΜ) το επόμενο έτος. Πέθανε στις 28 Φλεβάρη 1916, στο Τσέλσι του Λονδίνου κι αποτεφρώθηκε στο κρεματόριο Golders Green. Ένα μνημείο χτίστηκε γι 'αυτόν στη παλιά εκκλησία του Τσέλσι. Είχε ζητήσει να ταφούν οι στάχτες του στο νεκροταφείο του Cambridge στη Μασαχουσέτη. Αυτό δεν ήταν νομικά δυνατό, αλλά η σύζυγος του William μετέφερε λαθραία τις στάχτες του σε πλοίο και τις πέρασε κρυφά από το τελωνείο, επιτρέποντάς της να τονε θάψει στο οικογενειακό τους τάφο.
     Ο Χένρυ απέρριπτε τακτικά προτάσεις ότι θα 'πρεπε να παντρευτεί κι αφού εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, αυτοανακηρύχθηκε εργένης. Ο F. W. Dupee, σε αρκετούς τόμους για την οικογένεια, είχε θεωρία πως ήταν ερωτευμένος με τη ξαδέλφη του, Mary "Minnie" Temple, αλλά ότι ένας νευρωτικός φόβος για το σεξ τον εμπόδιζε να παραδεχτεί τέτοιες αγάπες: "Ο αναπηρισμός του ήταν το ίδιο το σύμπτωμα κάποιου φόβου ή ενδοιασμού ενάντια στη σεξουαλική αγάπη από τη πλευρά του». Ο Dupee χρησιμοποίησε ένα επεισόδιο από τα απομνημονεύματα του James, A Small Boy & Others, που εξιστορεί όνειρο μιας ναπολεόντειας εικόνας στο Λούβρο, για να παραδειγματίσει τον ρομαντισμό του για την Ευρώπη, μια ναπολεόντεια φαντασίωση στην οποία κατέφυγε.
     Μεταξύ 1953-72, ο Leon Edel έγραψε μια σημαντική 5τομη βιογραφία του, που χρησιμοποίησε αδημοσίευτες επιστολές κι έγγραφα αφού ο Edel πήρε την άδεια της οικογένειας του. Η απεικόνισή του  από τον Έντελ περιελάμβανε τη πρόταση ότι ήταν ανέραστος άποψη που προτάθηκε για 1η φορά από τον κριτικό Saul Rosenzweig το 1943. Το 1996, ο Sheldon M. Novick δημοσίευσε το Henry James: The Young Master, ακολουθούμενο από το Henry James: The Mature Master (2007). Το 1ο προκάλεσε αναστάτωση καθώς αμφισβήτησε τη προηγούμενη αποδεκτή έννοια της αγαμίας, ένα κάποτε γνωστό παράδειγμα στις βιογραφίες των ομοφυλοφίλων όταν οι άμεσες αποδείξεις ήταν ανύπαρκτες. Ο Νόβικ επέκρινε επίσης τον Έντελ ότι ακολούθησε την υποτιμημένη φροϋδική ερμηνεία της ομοφυλοφιλίας ως είδος αποτυχίας. Η διαφορά απόψεων ξέσπασε σε μια σειρά ανταλλαγών μεταξύ του Edel (κι αργότερα του Fred Kaplan που συμπλήρωσε τον Edel) και του Novick, που δημοσιεύθηκαν από το ηλεκτρονικό περιοδικό Slate, με τον Novick να υποστηρίζει ότι ακόμη κι η πρόταση της αγαμίας πήγε ενάντια.

     Μια επιστολή που έγραψε ο Τζέημς σε μεγάλη ηλικία στον Χιου Γουόλπολ έχει αναφερθεί ως ρητή δήλωση αυτού. Ο Γουόλπολ του ομολόγησε ότι επιδίδεται σε ψηλά τζινκ και ο Τζέημς απάντησε επιδοκιμάζοντάς τη: "Πρέπει να γνωρίζουμε, όσο το δυνατόν περισσότερο, στην όμορφη τέχνη μας, τη δική σου και τη δική μου, για τι πράγμα μιλάμε -κι ο μόνος τρόπος για να το ξέρεις είναι να 'χεις ζήσει & αγαπήσει & καταραστεί & παραπατήσει & απολαύσει & υποφέρει- δεν νομίζω ότι μετανιώνω για ούτε μία υπερβολή της ευαίσθητης νιότης μου". Η ερμηνεία του ως ζώντας μια λιγότερο αυστηρή συναισθηματική ζωή έχει διερευνηθεί στη συνέχεια κι από άλλους μελετητές. Η συχνά έντονη πολιτική της υποτροφίας έχει επίσης αποτελέσει αντικείμενο μελετών. Ο συγγραφέας Colm Tóibín έχει πει ότι η Επιστημολογία της Ντουλάπας της Eve Kosofsky Sedgwick έκανε σημαντική διαφορά στην υποτροφία υποστηρίζοντας ότι πρέπει να διαβαστεί ως ομοφυλόφιλος συγγραφέας που η επιθυμία να κρατήσει τη σεξουαλικότητά του μυστική διαμόρφωσε το πολυεπίπεδο στυλ και τη δραματική τέχνη του. Σύμφωνα με τον Tóibín, "τέτοια ανάγνωση απομάκρυνε τον James από τη σφαίρα των νεκρών λευκών ανδρών που έγραψαν για σικ ανθρώπους. Έγινε σύγχρονός μας".
     Οι επιστολές του προς τον ομογενή Αμερικανό γλύπτη Hendrik Christian Andersen έχουνε προσελκύσει πολλή προσοχή. Συνάντησε τον 27χρονο Άντερσεν στη Ρώμη το 1899, όταν ήτανε 56 ετών και του 'γραψε γράμματα που ήταν έντονα συναισθηματικά: "Σε κρατώ, αγαπημένο μου αγόρι, στην ενδόμυχη αγάπη μου και βασίζομαι στο να με νιώθεις -σε κάθε παλμό της ψυχής σου". Σ' επιστολή της 6ης Μάη 1904, προς τον αδελφό του Γουίλιαμ, αναφερότανε στον εαυτό του ως "πάντα απελπιστικά άγαμος, παρ' όλο που ο Χένρυ είναι του σεξογενάριου". Το πόσο ακριβής θα μπορούσε να 'ταν αυτή η περιγραφή είναι αντικείμενο διαμάχης μεταξύ των βιογράφων του, αλλά οι επιστολές προς τον Άντερσεν ήτανε περιστασιακά οιονεί ερωτικές: "Βάζω, αγαπητό μου αγόρι, το χέρι μου γύρω σου και νιώθω τον παλμό, έτσι, σαν να λέγαμε, του εξαιρετικού μας μέλλοντος και της αξιοθαύμαστης προικοδότησής σου".
     Οι πολυάριθμες επιστολές του προς τους πολλούς νεαρούς ομοφυλόφιλους άνδρες μεταξύ των στενών ανδρών φίλων του είναι πιο ανοιχτές. Στον ομοφυλόφιλο φίλο του Howard Sturgis, μπορούσε να γράψει: "Επαναλαμβάνω, σχεδόν αδιακρίτως, ότι θα μπορούσα να ζήσω μαζί σου. Εν τω μεταξύ, μπορώ μόνο να προσπαθήσω να ζήσω χωρίς εσένα". Σ' άλλη επιστολή του, μετά από μακρά επίσκεψη, αναφέρει χαριτολογώντας στο "ευτυχισμένο μικρό συνέδριο των δύο". Σ' επιστολές προς τον Hugh Walpole, επιδιώκει περίπλοκα αστεία και λογοπαίγνια για τη σχέση τους, αναφερόμενος στον εαυτό του ως ελέφαντα που "σε πατά τόσο καλοπροαίρετα" και τυλίγει στον Walpole τον "καλοπροαίρετο γέρικο κορμό του". Οι επιστολές του προς τον Walter Berry που τυπώθηκαν από το Black Sun Press έχουν από καιρό τιμηθεί για τον ελαφρώς καλυμμένο ερωτισμό τους. Ωστόσο, αλληλογραφούσε σ' εξίσου υπερβολική γλώσσα με τις πολλές φίλες του, γράφοντας, για παράδειγμα, στη συνάδελφό του μυθιστοριογράφο Λούσι Κλίφορντ: "Αγαπημένη Λούσι! Τι να πω; όταν σε αγαπώ τόσο πολύ, πάρα πολύ και σε βλέπω 9 φορές για μια φορά που βλέπω Άλλους! Επομένως, νομίζω ότι -αν θέλετε να γίνει σαφές στη πιο κακή νοημοσύνη- σας αγαπώ περισσότερο από ό, τι αγαπώ τους Άλλους". Προς τη φίλη του από τη Νέα Υόρκη Mary Cadwalader Rawle Jones: "Αγαπητή Mary Cadwalader. Σε λαχταρώ, αλλά μάταια λαχταρώ. & η μακρά σιωπή σας ραγίζει πραγματικά τη καρδιά μου, μυσταγωγεί, καταθλίβει, σχεδόν με ανησυχεί, σε σημείο ακόμη και να με κάνει να αναρωτιέμαι αν ο φτωχός αναίσθητος και διακεκομμένος γέρος Célimare [το κατοικίδιο όνομα της Jones για τον Jamesέχει κάνει κάτι, σε κάποια σκοτεινή υπνοβασία του πνεύματος, που έχει... σας έδωσε μια κακή στιγμή, ή μια λανθασμένη εντύπωση, ή ένα χρωματιστό πρόσχημα ... Όπως κι αν είναι αυτά, σε αγαπά τόσο τρυφερά όσο ποτέ. τίποτα, μέχρι το τέλος του χρόνου, δεν θα τον αποσπάσει ποτέ από σένα, και θυμάται κείνες τις 11ες ώρες του Αγίου Ματθαίου, κείνες τις τηλεφωνικές ματιές, ως τις πιο ρομαντικές της ζωής του...". Η μακρά φιλία του με την Αμερικανίδα μυθιστοριογράφο Constance Fenimore Woolson, που στο σπίτι της έζησε αρκετές εβδομάδες στην Ιταλία το 1887 και το σοκ κι η θλίψη του για την αυτοκτονία της το 1894, συζητούνται λεπτομερώς στη βιογραφία του Edel και διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο σε μια μελέτη του Lyndall Gordon. Ο Έντελ υπέθεσε ότι η Γούλσον ήταν ερωτευμένη με τον Τζέημς κι αυτοκτόνησε εν μέρει λόγω της ψυχρότητάς του, αλλά οι βιογράφοι της Γούλσον έχουν αντιταχθεί στον Έντελ.

     Ο James είναι μία από τις σημαντικότερες μορφές της υπερατλαντικής λογοτεχνίας. Τα έργα του συχνά αντιπαραθέτουν χαρακτήρες από τον Παλαιό Κόσμο (Ευρώπη), ενσαρκώνοντας έναν φεουδαρχικό πολιτισμό που είναι όμορφος, συχνά διεφθαρμένος και σαγηνευτικός και από τον Νέο Κόσμο (ΗΠΑ), όπου οι άνθρωποι είναι συχνά θρασείς, ανοιχτοί και διεκδικητικοί κι ενσωματώνουνε τις αρετές της νέας αμερικανικής κοινωνίας -ιδιαίτερα τη προσωπική ελευθερία κι ένα πιο απαιτητικό ηθικό χαρακτήρα. Διερευνά αυτή τη σύγκρουση προσωπικοτήτων και πολιτισμών, σε ιστορίες προσωπικών σχέσεων που η εξουσία ασκείται καλά ή άσχημα. Οι πρωταγωνίστριές του ήτανε συχνά νεαρές Αμερικανίδες που αντιμετωπίζανε καταπίεση ή κακοποίηση, όπως παρατήρησε η γραμματέας του Theodora Bosanquet στη μονογραφία της Henry James at Work:

   "Όταν βγήκε από το καταφύγιο της μελέτης του και μπήκε στον κόσμο και κοίταξε γύρω του, είδε έναν τόπο μαρτυρίου, όπου αρπακτικά πλάσματα βυθίζανε συνεχώς τα νύχια τους στη τρεμάμενη σάρκα καταδικασμένων, ανυπεράσπιστων παιδιών του φωτός ... Τα μυθιστορήματά του είναι επαναλαμβανόμενη έκθεση αυτής της κακίας, επαναλαμβανόμενη και παθιασμένη έκκληση για πληρέστερη ελευθερία ανάπτυξης, χωρίς κίνδυνο από απερίσκεπτη και βάρβαρη ηλιθιότητα".

     Ο Philip Guedalla περιέγραψε αστειευόμενος 3 φάσεις στην ανάπτυξη της πεζογραφίας του. Xένρυ Α', Χένρυ Β' και Ο Γέρος Διεκδικητής κι οι παρατηρητές συχνά ομαδοποιούν τα έργα μυθοπλασίας του σε 3 περιόδους. Στα έτη μαθητείας του, με αποκορύφωμα το αριστούργημα Το πορτραίτο μιας κυρίας, το ύφος του ήταν απλό κι άμεσο (για τα πρότυπα της βικτωριανής γραφής περιοδικών) και πειραματίστηκε ευρέως με μορφές και μεθόδους, γενικά αφηγούμενος από μια συμβατικά παντογνώστη άποψη. Οι πλοκές αφορούνε γενικά το ρομαντισμό, εκτός από τα 3 μεγάλα μυθιστορήματα κοινωνικού σχολιασμού που ολοκληρώνουν αυτή τη περίοδο. Στη 2η, όπως προαναφέρθηκε, εγκατέλειψε το μυθιστόρημα σε συνέχειες κι απ' το 1890-7, έγραψε διηγήματα και θεατρικά. Τέλος, στη 3η και τελευταία επέστρεψε στο μακροσκελές μυθιστόρημα σε συνέχειες.
     Ξεκινώντας από τη 2η, αλλά πιο αισθητά στη 3η, εγκατέλειπε όλο και πιότερο την άμεση δήλωση υπέρ των συχνών διπλών αρνητικών και των πολύπλοκων περιγραφικών εικόνων. Μεμονωμένες παράγραφοι άρχισαν να τρέχουνε μία σελίδα μετά την άλλη, που αρχικό ουσιαστικό θα διαδεχόταν αντωνυμίες που περιβάλλονταν από σύννεφα επιθέτων και προθετικών προτάσεων, μακρυά από τις αρχικές αναφορές τους και τα ρήματα θ' αναβάλλονταν και στη συνέχεια θα προηγείτο σειρά επιρρημάτων. Το συνολικό αποτέλεσμα θα μπορούσε να 'ναι ζωντανή αναφορά σε σκηνή όπως γίνεται αντιληπτή από έναν ευαίσθητο παρατηρητή. Έχει συζητηθεί αν αυτή η αλλαγή ύφους προκλήθηκε από τη μετάβασή του από τη γραφή στην υπαγόρευση σε δακτυλογράφο, αλλαγή που 'γινε στη διάρκεια της σύνθεσης του What Maisie Knew.
     Εστιάζοντας έντονα στη συνείδηση των κύριων χαρακτήρων του, το μεταγενέστερο έργο του προμηνύει εκτεταμένες εξελίξεις στη μυθοπλασία του 20ού αι.. Πράγματι, μπορεί να επηρέασε συγγραφείς όπως η Βιρτζίνια Γουλφ, που όχι μόνο διάβασε μερικά από τα μυθιστορήματά του, αλλά έγραψε και δοκίμια γι' αυτά. Οι παλιοί κι οι σύγχρονοι αναγνώστες έχουνε βρει το ύστερο ύφος δύσκολο και περιττό. Η φίλη του Edith Wharton, που τονε θαύμαζε πολύ, είπε πως ορισμένα αποσπάσματα στο έργο του ήτανε σχεδόν ακατανόητα. Ο James απεικονίστηκε σκληρά από τον H. G. Wells ως ιπποπόταμος που προσπαθούσε με κόπο να πάρει ένα μπιζέλι που είχε μπει σε μια γωνία του κλουβιού του. Το στυλ του αείμνηστου Τζέημς διακωμωδήθηκε επιδέξια από τον Μαξ Μπέερμπομ στο The Mote in the Middle Distance.


                                    Με τον αδερφό του Γουιλκι

     Πιο σημαντική για το έργο του συνολικά μπορεί να ήταν η θέση του ως ομογενής και με άλλους τρόπους ως ξένος, που ζούσε στην Ευρώπη. Ενώ προερχόταν από μεσοαστικές κι επαρχιακές αρχές (ιδωμένες από την οπτική γωνία της ευρωπαϊκής ευγενικής κοινωνίας), εργάστηκε πολύ σκληρά για να αποκτήσει πρόσβαση σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας και τα σκηνικά της μυθοπλασίας του κυμαίνονται από την εργατική τάξη έως τα αριστοκρατικά και συχνά περιγράφουν τις προσπάθειες των Αμερικανών της μεσαίας τάξης να βρούνε το δρόμο τους στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Ομολόγησε ότι πήρε μερικές από τις καλύτερες ιδέες του από κουτσομπολιά στο τραπέζι ή στα σαββατοκύριακα του εξοχικού σπιτιού. Ωστόσο, εργάστηκε για τα προς το ζην και του έλειπαν οι εμπειρίες των επιλεγμένων σχολείων, του πανεπιστημίου και της στρατιωτικής θητείας, των κοινών δεσμών της αρσενικής κοινωνίας. Επιπλέον, ήταν άνδρας που τα γούστα και τα ενδιαφέροντα ήτανε, σύμφωνα με τα επικρατούντα πρότυπα της αγγλοαμερικανικής κουλτούρας της βικτωριανής εποχής, μάλλον θηλυκά και που σκιαζόταν από το σύννεφο της προκατάληψης που συνόδευε τότε κι αργότερα τις υποψίες για την ομοφυλοφιλία του. Ο Έντμουντ Γουίλσον συνέκρινε την αντικειμενικότητά του με του Σαίξπηρ:

     "Θα ήταν κανείς σε θέση να εκτιμήσει καλύτερα τον Τζέημς αν τον συνέκρινε με τους δραματουργούς του 17ου αι. -τον Ρασίν και τον Μολιέροπου τους μοιάζει τόσο στη μορφή όσο και στην άποψη, ακόμη και στον Σαίξπηρ, όταν λαμβάνονται υπόψη οι πιο ακραίες διαφορές στο θέμα και τη μορφή. Αυτοί οι ποιητές δεν είναι, όπως ο Ντίκενς κι ο Χάρντι, συγγραφείς μελοδράματος- είτε χιουμοριστικοί είτε απαισιόδοξοι, ούτε γραμματείς της κοινωνίας όπως ο Μπαλζάκ, ούτε προφήτες όπως ο Τολστόι: ασχολούνται απλώς με τη παρουσίαση συγκρούσεων ηθικού χαρακτήρα, που δεν ενδιαφέρονται να μαλακώσουν ή να αποτρέψουνε. Δεν κατηγορούνε τη κοινωνία γι' αυτές τις καταστάσεις: τις θεωρούνε καθολικές κι αναπόφευκτες. Δεν κατηγορούνε καν το Θεό που τους επιτρέπει: τους αποδέχονται ως συνθήκες ζωής".

     Πολλές από τις ιστορίες του μπορούν επίσης να θεωρηθούν ως ψυχολογικά πειράματα σκέψης σχετικά με την επιλογή. Στον πρόλογό του στην έκδοση του The American στη Νέα Υόρκη, περιγράφει την εξέλιξη της ιστορίας στο μυαλό του ως ακριβώς τέτοια: τη κατάσταση ενός Αμερικανού, κάποιου ρωμαλέου αλλά ύπουλα σαγηνευμένου και προδομένου, κάποιου σκληρά αδικημένου, συμπατριώτη, μ' επίκεντρο την αντίδραση αυτού του αδικημένου άνδρα. Το Πορτραίτο μιας Κυρίας μπορεί να 'ναι πείραμα για να δούμε τι συμβαίνει όταν μια ιδεαλίστρια νεαρή γυναίκα γίνεται ξαφνικά πολύ πλούσια. Σε πολλές από τις ιστορίες του, οι χαρακτήρες φαίνεται να αποτελούνε παράδειγμα εναλλακτικών μελλοντικών και δυνατοτήτων, όπως πιο αξιοσημείωτα στο The Jolly Corner, που ο πρωταγωνιστής κι ένας σωσίας-φάντασμα ζουν εναλλακτικές αμερικανικές κι ευρωπαϊκές ζωές. Και σε άλλες, όπως οι Πρεσβευτές, ένας μεγαλύτερος Τζέημς φαίνεται να θεωρεί στοργικά τον δικό του νεότερο εαυτό που αντιμετωπίζει μια κρίσιμη στιγμή.
     Η πρώτη περίοδος της μυθοπλασίας του, που συνήθως θεωρείται ότι κορυφώθηκε με το Πορτραίτο μιας Κυρίας, επικεντρώθηκε στην αντίθεση μεταξύ Ευρώπης κι ΗΠΑ. Το ύφος αυτών των μυθιστορημάτων είναι γενικά απλό κι αν και προσωπικά χαρακτηριστικό, εντός των κανόνων της μυθοπλασίας του 19ου αι.. Ο Roderick Hudson (1875) είναι ένας Künstlerroman που παρακολουθεί την ανάπτυξη του χαρακτήρα του τίτλου, ενός εξαιρετικά ταλαντούχου γλύπτη. Αν και το βιβλίο δείχνει κάποια σημάδια ανωριμότητας -αυτή ήταν η 1η σοβαρή προσπάθειά του σε  μυθιστόρημα μεγάλου μήκους- έχει προσελκύσει ευνοϊκά σχόλια λόγω της ζωντανής συνειδητοποίησης των 3 κύριων χαρακτήρων: Roderick Hudson, εξαιρετικά προικισμένος αλλ' ασταθής κι αναξιόπιστος. Rowland Mallet, ο περιορισμένος αλλά πολύ πιο ώριμος φίλος και προστάτης του Roderick κι η Christina Light, μία από τις πιο γοητευτικές και τρελλές femmes fatales του James. Το ζευγάρι των Hudson και Mallet θεωρείται πως αντιπροσωπεύει τις 2 πλευρές της φύσης του: τον εξωφρενικά ευφάνταστο καλλιτέχνη και τον μελαγχολικό ευσυνείδητο μέντορα.



     Στο The Portrait of a Lady (1881), ολοκλήρωσε τη 1η φάση της καρριέρας του με μυθιστόρημα που παραμένει το πιο δημοφιλές κομμάτι μακράς μυθοπλασίας του. Η ιστορία είναι μιας πνευματώδους νεαρής Αμερικανίδας, της Isabel Archer, που προσβάλλει το πεπρωμένο της και το βρίσκει συντριπτικό. Κληρονομεί ένα μεγάλο χρηματικό ποσό και στη συνέχεια πέφτει θύμα μακιαβελικών δολοπλοκιών από 2 Αμερικανούς. Η αφήγηση διαδραματίζεται κυρίως στην Ευρώπη, ειδικά στην Αγγλία και την Ιταλία. Γενικά θεωρείται ως το αριστούργημα της πρώιμης φάσης του, Το πορτραίτο μιας κυρίας περιγράφεται ως ένα ψυχολογικό μυθιστόρημα, που εξερευνά το μυαλό των χαρακτήρων του, και σχεδόν έργο κοινωνικών επιστημών, εξερευνώντας τις διαφορές μεταξύ Ευρωπαίων κι Αμερικανών, τον παλιό και τον νέο κόσμο.
     Η 2η περίοδος που εκτείνεται από τη δημοσίευση του The Portrait of a Lady μέχρι τα τέλη του 19ου αι., περιλαμβάνει λιγότερο δημοφιλή μυθιστορήματα, συμπεριλαμβανομένου του The Princess Casamassima, που δημοσιεύθηκε σειριακά στο The Atlantic Monthly το 1885-6, και The Bostonians, που δημοσιεύθηκε σειριακά στο The Century την ίδια περίοδο. Αυτή η περίοδος χαρακτήρισε επίσης τη περίφημη γοτθική νουβέλα του, The Turn of the Screw (1898).
     Η 3η περίοδος έφτασε στο σημαντικότερο επίτευγμά της σε 3 μυθιστορήματα που δημοσιεύθηκαν μόλις στις αρχές του 20ού αι.: The Wings of the Dove (1902), The Ambassadors (1903) και The Golden Bowl (1904). Ο κριτικός F.O. Matthiessen αποκάλεσε αυτή τη 3λογία τη μεγάλη φάση του James κι αυτά τα μυθιστορήματα έχουνε σίγουρα λάβει έντονη κριτική μελέτη. Το 2ο από τα βιβλία, Τα φτερά του περιστεριού, ήτανε το 1ο που εκδόθηκε επειδή δεν ήτανε σε συνέχειες. Αυτό το μυθιστόρημα αφηγείται την ιστορία της Milly Theale, μιας Αμερικανίδας κληρονόμου που χτυπήθηκε από μια σοβαρή ασθένεια και τον αντίκτυπό της στους ανθρώπους γύρω της. Μερικοί απ' αυτούς γίνονται φίλοι με τη Milly με έντιμα κίνητρα, ενώ άλλοι είναι πιο ιδιοτελείς. Ο James δήλωσε στα αυτοβιογραφικά βιβλία του πως η Milly βασίστηκε στη Minny Temple, την αγαπημένη του ξαδέλφη, που πέθανε σε νεαρή ηλικία από φυματίωση. Είπε ότι προσπάθησε στο μυθιστόρημα να τυλίξει τη μνήμη της στην ομορφιά και την αξιοπρέπεια της τέχνης.
     Σε αρκετά σημεία της καρριέρας του, έγραψε θεατρικά έργα, ξεκινώντας με μονόπρακτα που γράφτηκαν για περιοδικά το 1869 και το 1871 και μια δραματοποίηση της δημοφιλούς νουβέλας του Daisy Miller το 1882. Από το 1890 ως το 1892, έχοντας λάβει ένα κληροδότημα που τον απελευθέρωσε από την έκδοση περιοδικών, έκανε μια επίπονη προσπάθεια να πετύχει στη σκηνή του Λονδίνου, γράφοντας μισή ντουζίνα έργα, από τα οποία μόνο ένα, μια δραματοποίηση του μυθιστορήματός του The American, παράχθηκε. Αυτό το έργο παίχτηκε αρκετά χρόνια από περιοδεύοντα θίασο ρεπερτορίου κι είχε αξιοσέβαστη πορεία στο Λονδίνο, αλλά δεν κέρδισε πολλά χρήματα. Τ' άλλα έργα που γράφτηκαν εκείνη την εποχή δεν είχαν επιτυχία.
     Το 1893, ωστόσο, ανταποκρίθηκε σε αίτημα του ηθοποιού-μάνατζερ Τζορτζ Αλεξάντερ για ένα σοβαρό έργο για τα εγκαίνια του ανακαινισμένου θεάτρου του Αγίου Ιακώβου κι έγραψε ένα μεγάλο δράμα, το Guy Domville, που παρήγαγε ο Αλέξανδρος. Μια θορυβώδης αναταραχή προέκυψε τη νύχτα των εγκαινίων, στις 5 Γενάρη 1895, με σφύριγμα από το θεωρείο, όταν έκανε την υπόκλισή του μετά τη τελική αυλαία κι ο συγγραφέας ήταν αναστατωμένος. Το έργο έλαβε μέτρια καλές κριτικές κι είχε μέτρια πορεία 4 εβδομάδων πριν αποσυρθεί για να ανοίξει ο δρόμος για το The Importance of Being Earnest του Oscar Wilde, ποο ο Alexander πίστευε ότι θα 'χε καλύτερες προοπτικές για την επόμενη σεζόν.
     Μετά το άγχος και την απογοήτευση αυτών των προσπαθειών, ο Τζέημς επέμεινε ότι δεν θα έγραφε άλλα για το θέατρο, αλλά μέσα σε λίγες εβδομάδες συμφώνησε να γράψει θεατρικό για την Έλεν Τέρι. Αυτό έγινε το μονόπρακτο Summersoft, που αργότερα ξαναέγραψε σε διήγημα, Covering End και στη συνέχεια επεκτάθηκε σε πλήρες έργο, The High Bid, που 'χε σύντομη προβολή στο Λονδίνο το 1907, όταν ο James έκανε μια άλλη συντονισμένη προσπάθεια να γράψει για τη σκηνή. Έγραψε 3 νέα θεατρικά, που 2 απ' αυτά ήτανε σε παραγωγή όταν ο θάνατος του Εδουάρδου Ζ ́ στις 6 Μάη 1910 βύθισε το Λονδίνο στο πένθος και τα θέατρα κλείσαν. Αποθαρρυμένος από τη κλονισμένη υγεία και το άγχος της θεατρικής εργασίας, ο Τζέημς δεν ανανέωσε τις προσπάθειές του στο θέατρο, αλλά ανακύκλωσε τα έργα του ως επιτυχημένα μυθιστορήματα. Η Κατακραυγή ήταν μπεστ σέλερ στις ΗΠΑ όταν εκδόθηκε το 1911. Στη περίοδο 1890-3, όταν ασχολήθηκε περισσότερο με το θέατρο, έγραψε πολλές θεατρικές κριτικές και βοήθησε την Ελίζαμπεθ Ρόμπινς κι άλλους να μεταφράσουνε και να παράγουνε τον Ίψεν για 1η φορά στο Λονδίνο.



     Ο Leon Edel υποστήριξε στη ψυχαναλυτική βιογραφία του πως ο James ήτανε τραυματισμένος από το σάλο που 'κανε ο Guy Domville κι ότι το βύθισε σε παρατεταμένη κατάθλιψη. Τα επιτυχημένα μεταγενέστερα μυθιστορήματα, κατά την άποψη του Edel, ήτανε το αποτέλεσμα ενός είδους αυτοανάλυσης, που εκφράστηκε στη μυθοπλασία, που τον απελευθέρωσε εν μέρει από τους φόβους του. Άλλοι βιογράφοι και μελετητές δεν έχουν αποδεχθεί αυτή την αφήγηση, με πιο κοινή άποψη να 'ναι αυτή του F.O. Matthiessen, που έγραψε: "Αντί να συνθλιβεί από τη κατάρρευση των ελπίδων του [για το θέατρο]... Ένιωσε μιαν αναζωπύρωση νέας ενέργειας".
     Πέρα από τη μυθοπλασία του, ήταν απ' τους σημαντικότερους κριτικούς λογοτεχνίας στην ιστορία του μυθιστορήματος. Στο κλασσικό δοκίμιό του The Art of Fiction (1884), επιχειρηματολόγησε κατά των άκαμπτων συνταγών σχετικά με την επιλογή του θέματος και της μεθόδου θεραπείας από τον μυθιστοριογράφο, υποστήριξε πως η ευρύτερη δυνατή ελευθερία στο περιεχόμενο κι η προσέγγιση θα βοηθούσε στη διασφάλιση της συνεχιζόμενης ζωτικότητας της αφηγηματικής μυθοπλασίας. Έγραψε πολλά κριτικά άρθρα γι' άλλους μυθιστοριογράφους. Χαρακτηριστική είναι η μελέτη του για τον Nathaniel Hawthorne, που 'χει γίνει αντικείμενο κριτικής συζήτησης. Ο Richard Brodhead πρότεινε ότι η μελέτη ήταν εμβληματική του αγώνα του James με την επιρροή του Hawthorne κι ήτανε προσπάθεια να τεθεί ο γηραιότερος συγγραφέας σε μειονεκτική θέση. Ο Γκόρντον Φρέιζερ, εντωμεταξύ, πρότεινε ότι η μελέτη ήταν μέρος μιας πιο εμπορικής προσπάθειας του Τζέημς να συστήσει τον εαυτό του στους Βρεττανούς αναγνώστες ως φυσικό διάδοχο του Χόθορν. Όταν ο Τζέημς συγκέντρωσε την έκδοση της μυθοπλασίας του στη Νέα Υόρκη στα τελευταία του χρόνια, έγραψε μια σειρά προλόγων που υπέβαλαν το δικό του έργο σε αναζήτηση, περιστασιακά σκληρή κριτική. Στα 22 του, έγραψε το The Noble School of Fiction για το 1ο τεύχος του The Nation το 1865. Έγραψε, συνολικά, πάνω από 200 δοκίμια και κριτικές βιβλίων, τέχνης και θεάτρου για το περιοδικό.
     Για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, έτρεφε φιλοδοξίες για επιτυχία ως θεατρικός συγγραφέας. Μετέτρεψε το μυθιστόρημά του Ο Αμερικανός σ' ένα θεατρικό που γνώρισε μέτριες αποδόσεις στις αρχές της 10ετίας του 1890. Συνολικά, έγραψε 12 θεατρικά, που τα περισσότερα δεν έκαναν επιτυχία. Το δράμα κοστουμιών του Guy Domville απέτυχε καταστροφικά τη νύχτα των εγκαινίων το 1895. Στη συνέχεια, εγκατέλειψε σε μεγάλο βαθμό τις προσπάθειές του να κατακτήσει τη σκηνή κι επέστρεψε στη μυθοπλασία. Στα Τετράδιά του, υποστήριξε ότι το θεατρικό του πείραμα ωφέλησε τα μυθιστορήματα και τα παραμύθια, βοηθώντας τον να δραματοποιήσει τις σκέψεις και τα συναισθήματα των χαρακτήρων του. Παρήγαγε μια μικρή ποσότητα θεατρικής κριτικής, συμπεριλαμβανομένων των εκτιμήσεων του Ίψεν. Με τα ποικίλα καλλιτεχνικά ενδιαφέροντά του, έγραψε περιστασιακά για τις εικαστικές τέχνες. Έγραψε ευνοϊκή αξιολόγηση του John Singer Sargent, ενός ζωγράφου που η κριτική θέση έχει βελτιωθεί σημαντικά από τα μέσα του 20ού αι.. Έγραψε επίσης μερικές φορές γοητευτικά, μερικές φορές μελαγχολικά άρθρα για διάφορα μέρη που 'ζησε ή  επισκέφθηκε. Τα ταξιδιωτικά του βιβλία περιλαμβάνουνε τις Ιταλικές Ώρες (παράδειγμα της γοητευτικής προσέγγισης) και την Αμερικανική Σκηνή (από τη πλευρά της μελαγχολίας).



     Ο Χένρυ ήταν από τους μεγάλους επιστολογράφους οποιασδήποτε εποχής. Σώζονται περισσότερες από 10.000 προσωπικές επιστολές και πάνω από 3.000 έχουν εκδοθεί σε μεγάλο αριθμό συλλογών. Μια πλήρης έκδοση των επιστολών του άρχισε να δημοσιεύεται το 2006, σ' επιμέλεια των Pierre Walker και Greg Zacharias. Από το 2014, έχουν εκδοθεί 8 τόμοι, που καλύπτουνε τη περίοδο 1855-80. Οι ανταποκριτές του περιελάμβαναν σύγχρονους όπως ο Robert Louis Stevenson, η Edith Wharton κι ο Joseph Conrad, μαζί με πολλούς άλλους στον ευρύ κύκλο φίλων και γνωστών του. Το περιεχόμενο των επιστολών κυμαίνεται από ασήμαντα ως σοβαρές συζητήσεις για καλλιτεχνικά, κοινωνικά και προσωπικά θέματα. Πολύ αργά στη ζωή του, ξεκίνησε σειρά αυτοβιογραφικών έργων: A Small Boy & OthersNotes of a Son & Brother και το ημιτελές The Middle Years. Αυτά απεικονίζουνε την ανάπτυξη κλασσικού παρατηρητή που ενδιαφερόταν με πάθος για την καλλιτεχνική δημιουργία, αλλά ήτανε κάπως επιφυλακτικός στο να συμμετέχει πλήρως στη ζωή γύρω του.
     Το έργο του παρέμεινε σταθερά δημοφιλές στο περιορισμένο ακροατήριο των μορφωμένων αναγνωστών που τους μίλησε στη διάρκεια της ζωής του και παρέμεινε σταθερά στον κανόνα, αλλά μετά το θάνατό του, ορισμένοι Αμερικανοί κριτικοί, όπως ο Van Wyck Brooks, εκφράσαν εχθρότητα για τον μακροχρόνιο εκπατρισμό του και τη τελική πολιτογράφησή του ως Βρεττανό. Άλλοι κριτικοί, όπως ο Ε. Μ. Φόρστερ, παραπονεθήκανε γι' αυτό που είδαν ως τσιγκουνιά του στην αντιμετώπιση του σεξ κι άλλου πιθανώς αμφιλεγόμενου υλικού, ή απέρριψαν το ύστερο ύφος του ως δύσκολο και σκοτεινό, βασιζόμενοι σε μεγάλο βαθμό σ' εξαιρετικά μεγάλες προτάσεις κι υπερβολικά λατινική γλώσσα. "Ακόμη και στη διάρκεια της ζωής του", εξηγεί ο μελετητής Χέιζελ Χάτσινσον, "ο Τζέημς είχε τη φήμη ενός δύσκολου συγγραφέα για έξυπνους αναγνώστες". Ο Όσκαρ Ουάιλντ τον επέκρινε επειδή έγραψε μυθοπλασία σαν να ήταν ένα οδυνηρό καθήκον.Ο Vernon Parrington, συνθέτοντας κανόνα της αμερικανικής λογοτεχνίας, τονε καταδίκασε γιατί είχε αποκοπεί από την Αμερική. Ο Μπόρχες έγραψε γι' αυτόν: "Παρά τους ενδοιασμούς και τις λεπτές πολυπλοκότητες του Τζέημς, το έργο του πάσχει από 'να σημαντικό ελάττωμα: την απουσία ζωής" κι η Γουλφ, γράφοντας στον Lytton Strachey, ρώτησε: "Παρακαλώ πείτε μου τι βρίσκετε στον Henry James ... έχω τα έργα του εδώ και διαβάζω, και δεν μπορώ να βρω τίποτα άλλο παρά ελαφρώς χρωματισμένο ροδόνερο, αστικό και κομψό, αλλά χυδαίο και χλωμό όπως ο Walter Lamb. Υπάρχει πραγματικά κάποιο νόημα σε αυτό";
     Ο μυθιστοριογράφος W. Somerset Maugham έγραψε, "Δεν γνώριζε τους Άγγλους όπως ένας Άγγλος τους γνωρίζει ενστικτωδώς κι έτσι οι αγγλικοί χαρακτήρες του δεν ακούγονται ποτέ αληθινοί" κι υποστήριξε, "Οι μεγάλοι μυθιστοριογράφοι, ακόμη και στην απομόνωση, έχουνε ζήσει τη ζωή με πάθος. Ο Τζέημς αρκέστηκε να το παρατηρήσει από ένα παράθυρο". Ο Maugham έγραψε, ωστόσο, "Το γεγονός παραμένει ότι αυτά τα τελευταία μυθιστορήματά του, παρά την εξωπραγματικότητά τους, κάνουν όλα τ' άλλα μυθιστορήματα, εκτός από τα καλύτερα, δυσανάγνωστα". Ο Colm Tóibín παρατήρησε ότι ο James "ποτέ δεν έγραψε πραγματικά για τους Άγγλους πολύ καλά. Οι αγγλικοί χαρακτήρες του δεν δουλεύουν για μένα".



     Παρά τις επικρίσεις αυτές, εκτιμάται τώρα για το ψυχολογικό κι ηθικό ρεαλισμό του, την αριστοτεχνική δημιουργία του χαρακτήρα του, το χαμηλών τόνων αλλά παιχνιδιάρικο χιούμορ και τη σιγουριά στη γνώση της γλώσσας. Στο βιβλίο του 1983, The Novels of Henry James, ο Edward Wagenknecht προσφέρει μια εκτίμηση που απηχεί αυτή της Theodora Bosanquet: "Για να 'ναι εντελώς σπουδαίο", έγραψε ο Χένρυ σε πρώιμη κριτική, "ένα έργο τέχνης πρέπει ν' ανυψώσει τη καρδιά", και τα δικά του μυθιστορήματα το κάνουν αυτό εξαιρετικά. Περισσότερα από 60 έτη μετά το θάνατό του, ο μεγάλος μυθιστοριογράφος που μερικές φορές δήλωνε ότι δεν είχε απόψεις στέκεται τετραγωνικός στη μεγάλη χριστιανική ανθρωπιστική και δημοκρατική παράδοση. Οι άνδρες κι οι γυναίκες που, στο αποκορύφωμα του Β' Παγκ. Πολ., εισέβαλαν στα καταστήματα μεταχειρισμένων για τα εξαντλημένα βιβλία του ξέρανε περί τίνος πρόκειται. Γιατί κανείς συγγραφέας δεν ύψωσε ποτέ μια πιο γενναία σημαία που όλοι όσοι αγαπούν την ελευθερία θα μπορούσαν να προσκολληθούν.
     Ο William Dean Howells είδε τον James σαν εκπρόσωπο νέας ρεαλιστικής σχολής λογοτεχνικής τέχνης, που έσπασε την αγγλική ρομαντική παράδοση που συνοψίζεται στα έργα των Dickens και William Thackeray. Ο Χάουελς έγραψε πως ο ρεαλισμός βρήκε "το κύριο παράδειγμά του στον κ. Τζέημς. Μυθιστοριογράφος δεν είναι, σύμφωνα με τη παλιά μόδα, ή με οποιαδήποτε άλλη μόδα εκτός από τη δική του". Ο F.R. Leavis υπερασπίστηκε τον James ως μυθιστοριογράφο καθιερωμένης υπεροχής στο The Great Tradition (1948), υποστηρίζοντας ότι Το Πορτραίτο μιας Κυρίας κι Οι Βοστονέζοι ήταν τα 2 πιο λαμπρά μυθιστορήματα στη γλώσσα. Εκτιμάται τώρα ως δεξιοτέχνης της άποψης που προώθησε τη λογοτεχνική μυθοπλασία επιμένοντας να δείχνει, όχι να λέει, τις ιστορίες του στον αναγνώστη.
     Κάποιοι έρωτες δεν είναι παρά απλήρωτα γραμμάτια στους αιώνες. Κανείς ποτέ και πουθενά στην ιστορία του ανθρώπινου είδους, παρ' όλ' αυτά, δε γλίτωσε από τους τοκιστές της καρδιάς. Μπορείς να τρέξεις, αν το θες. Τρέξε μίλια μακριά, εκεί όπου νομίζεις πως οι σκιές τους ούτε σε αφορούν, ούτε σ’ αγγίζουνε πια, μα δεν μπορείς σε καμμία περίπτωση να παραμείνεις επ' άπειρον κρυμμένος. Οι αναμνήσεις, να ξέρεις, θα σε βρουν, και μια ωραία πρωία οι συνέπειες των πράξεών σου θα σου χτυπήσουνε τη πόρτα υπενθυμίζοντας κάθε εκκρεμή συναισθηματική οφειλή σου. Τρέξε ξανά. Προς τα πίσω αυτήν τη φορά. Μια ανώτερη δύναμη σε θέλγει. Μια ατέλεια γεμάτη τελειότητες, η αγάπη και μόνο αυτή, είναι ες αεί σε θέση να απομαγνητοφωνήσει τις επιλογές σου. Να σπάσει σε χίλια κομμάτια το εγώ σου και να σε οδηγήσει στην αλήθεια που τόσο φοβάσαι να αντικρύσεις.
     Φλωρεντία, 5 Απρίλη 1874, ένας Άγγλος επιστρέφει μετά από 25 έτη στη πόλη που 'ζησε το σφοδρότερο από τα πάθη του. Κείνο που ναυάγησε στα νερά της σιωπής, της ασυνεννοησίας, της απομάκρυνσης και μιας σειράς χαμένων ευκαιριών. Η γυναίκα που αγάπησε ενάντια σ' όλα τα πρέπει του νου, δεν ζει πια. Μα ακόμα κι έτσι κλονίζει συθέμελα τη ψυχική του ηρεμία, τη κατασταλαγμένη σύνεση των 50 ετών του, τη σιγουριά πως η ευτυχία τις περισσότερες φορές είναι άγριο αποδημητικό πουλί. Αυτό έκανε πάντα η κόμισσα Σάλβι. Έπιανε στη φάκα της ομορφιάς της τη λογική, τη ψυχή, το είναι του. Μετέτρεπε με μια φλογερή ματιά της ένα κάτι με γωνίες σε λείο στρογγυλό τίποτα κι ο έρωτάς της έμοιαζε με εκστρατεία βασισμένη στη παραπλάνηση. Ωστόσο, όσο ήταν ικανή να κλείσει το διάβολο σ' ένα μπουκάλι και να τονε παρακολουθεί με εκνευριστική ηδυπάθεια να παθαίνει ασφυξία, άλλο τόσο ήξερε ν' αγαπά αδυσώπητα κι ολοκληρωτικά τον Άγγλο στρατιωτικό. Μα με τρόπο που ανέκαθεν τού δημιουργούσε αμφιβολίες και πανικό σε κάθε αντίκρυσμα, χάδι και φιλί. Με τρόπο που θυμίζει σ' όσους το ξεχνούν, ότι η βαθειά ματιά των γυναικών εκφράζει όσα αποσιωπούν οι καμπύλες κι ότι ένα κλειδωμένο συρτάρι με μυστικά και ντοκουμέντα λαγοκοιμάται στο δεξί ημισφαίριο του στήθους τους.
     Τον ίδιο τρόπο κληροδότησε στην κόρη της, τη μοιραία κόμισσα Σκαραμπέλι και τώρα στη θέση του Άγγλου στρατιωτικού κι αφηγητή αυτής της συναρπαστικής ιστορίας του Χένρυ Τζέημς, βρίσκεται ένας άλλος νεαρός που λυώνει σιωπηρά από πόθο. Ο αφηγητής νιώθει την ανάγκη να τονε καθοδηγήσει, παρά τις αντιστάσεις του κι από τις δικές του ερωτικές θεομηνείες να τονε διδάξει όλα όσα αγνοεί. Όμως είναι γεγονός πως πάντοτε δυσκολεύομαστε να πιστέψουμε αυτά που αν τα πιστέψουμε θα μας τσακίσουνε τα φτερά. Όπως επίσης ισχύει και το ότι είναι πιο εύκολο να εξαπατήσεις τους ανθρώπους, παρά να τους πείσεις πως έχουν εξαπατηθεί. Στο "Ημερολόγιο ενός πενηντάρη", ο Τζέημς καταγράφει ναυάγια αγάπης που οι ίδιοι οι καπετάνιοι τους οδηγήσανε σ' υφάλους κυνισμού. Μελετά το παρελθόν ώστε να εξηγήσει το παρόν και να ορίσει το μέλλον κι όπως ο Ουγκώ, βλέπει στο βλέμμα των νέων φλόγα και στων γέρων το φως. Μέσα από ημερολογιακές σημειώσεις του αφηγητή του, ο Αμερικανός μυθιστοριογράφος κι ένας εκ των βασικών εκφραστών του λογοτεχνικού ρεαλισμού, συνθέτει ένα διαχρονικό μυθοπλαστικό σύμπαν, ποιο όλοι έχουν ενίοτε φιλοξενηθεί.




     Ο Χένρυ που γνέφει απ' τη περίοπτη θέση του στην ελίτ των δημιουργών του 19ου αι., γράφει επίσης για όσα τον απασχολούνε πάνω στην ανάγνωση και τη συγγραφή. Στο δοκίμιό του Η Τέχνη της Μυθοπλασίας θα εξερευνήσει με συνέπεια κι ακόπαστη περιέργεια όλα όσα συνιστούνε τον μαγικό κόσμο του μυθιστορήματος. Για 'κείνον μυθιστόρημα είναι η προσωπική κι άμεση εντύπωση της ζωής κι η αξία του έγκειται στην ένταση της συγκεκριμένης εντύπωσης. Ο Αμερικανός που 'ζησε 53 έτη στην Αγγλία, τονίζει πως το διάβασμα είναι η γυμναστική του νου, πως η καλή αφηγηματική δουλειά δε σταματά στη δική μας ανάγνωση, μα και σε μια υποτυπώδη ίαση των τραυματισμένων μας εσωψύχων. Επιμένει πως πρέπει κανείς πάντα να γράφει στηριζόμενος λιγότερο σε κανόνες και πιότερο στις δικές του εμπειρίες. Δηλαδή όποιος επιχειρεί να βγάλει ένα βιβλίο, πρέπει να 'ναι ο ίδιος βιβλίο κι εντός του να σκάζουνε διαρκώς πυροτεχνήματα ανείπωτων ιστοριών κι επεισοδίων. Μόνον έτσι θα προκύπτουν άνθρωποι στο κόσμο που θα ονειρεύονται για τον εαυτό τους το ανύπαρκτο επάγγελμα του μανιώδους αναγνώστη.
     Ο Τζέημς που έλκεται στα δικά του αφηγηματικά ύδατα από γοητευτικούς μα σκοτεινούς Ευρωπαίους χαρακτήρες, αλλά κι από διαφανείς και συντηρητικούς Αμερικανούς, εντοπίζει ομοιότητες ανάμεσα στην εικαστική και τη συγγραφή. Άλλωστε η διαύγεια των ιδεών τους αποτελεί κι απόδειξη της ωριμότητάς τους, όπως αναφέρει. Δε διαβάζει απλώς τους συναδέλφους, αλλά τους αναλύει, διαχωρίζει τη μυθιστορία απ' αυτό που όλοι αποκαλούμε μυθιστόρημα. Αλήθεια, γνωρίζατε ότι η αληθοφάνεια ελλείπει απ' τη 1η κι επιδιώκεται στο 2ο; Γνωρίζατε πως η ιστορία είναι το παν; Πως δεν έχει σημασία τίποτε άλλο εκτός από μεγάλα επεισόδια κι ικανούς ήρωες να τα διαχειριστούν; Λέει κι επαναλαμβάνει στο δοκίμιό του ότι εκδίδονται διαρκώς νέα βιβλία που εμποδίζουνε τον αναγνώστη να ασχοληθεί με τα παλιά, πως σε κάποια το μείζον πρόβλημα είναι η μεγάλη απόσταση του εξωφύλλου από το οπισθόφυλλο και πως αν είναι να γράψεις, πρέπει να ξέρεις και να ελίσσεσαι με μαεστρία στο ψέμμα. Για τον άντρα που λάτρεψε την ιμπρεσιονιστική ζωγραφική, γι' αυτό τον αληθινό πολίτη του κόσμου, η λογοτεχνία είναι μόνον αυτό: να γράφεις επειδή έχεις κάτι να πεις. Και να διαβάζεις επειδή αυτό είναι το μεγαλύτερο χάρισμα. Μ' άλλα λόγια, η Λογοτεχνία μας ανήκει με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο. 
     Η περίπτωση Τζέημς είναι η περίπτωση κείνου του δημιουργού που ακροβατεί ανάμεσα στην έμπνευση και τον αγώνα για προσωπική καταξίωση μες από την επιβεβαίωση πως παρά την αριστοκρατική του καταγωγή έχει τις ανησυχίες του λογοτέχνη και πασχίζει στην υπηρεσία αυτού του ρόλου. Θα μπορούσε να αποκαλείται μείγμα αρσενικής Τζέιν Όστεν κι Αγκάθα Κρίστι. Δεν ήταν όμως τίποτε από τα δύο, ο ίδιος δεν ταυτίστηκε με κανέναν. Είχε πολλές προσλαμβάνουσες και κανείς θα 'βρισκε στη γραφή του επιρροές από τον μεγάλο Ντίκενς. Πολιτογραφημένος Βρεττανός αν και γεννημένος στις ΗΠΑ, που εγκατέλειψε, κατέγραψε πολλές φορές με γερή δόση ειρωνείας τη ζωή στην Βρεττανία των αρχών του 20ου αι. μες από σκηνές εκκεντρικές, μυστηριώδεις κι αλλοπρόσαλλες. Η εικόνα στο χαλί, έργο σαφώς αμφιλεγόμενο και περίπλοκο ως προς τη σύλληψή του μας αφήνει με σωρό ρωτήματα να αιωρούνται για τους λόγους που τον οδήγησαν να γράψει κάτι τέτοιο. Αυτό όπως κι η Δεύτερη ευκαιρία, διήγημα λιγότερο γνωστό, είναι αποτελέσματα των προβληματισμών που 'νιωθε απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό, αυτή την αέναη πάλη με τα γραπτά του. Δέχθηκε πολλές κριτικές από κριτικούς λογοτεχνίας και πρώτα απ' όλα αμφισβήτησε ο ίδιος τον εαυτό του γιατί η ιδιοσυγκρασία του ως ανθρώπου ήτανε τέτοια που ασφυκτιούσε στο ίδιο του το εγώ, ένιωθε -για να χρησιμοποιήσω και τον τίτλο ενός από τα πιο δημοφιλή του έργα- Θηρίο στη ζούγκλα.
     Οι ιστορίες του είναι καταγραφή ηθογραφική του καιρού του και μωσαϊκό ανάλυσης χαρακτήρων και προσώπων. Τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στις ιστορίες που υφαίνει με περίπλοκους κόμπους και περίτεχνο δέσιμο είναι άνθρωποι από τις ανώτερες τάξεις της αγγλικής κοινωνίας που εμμέσως πλην σαφώς κατακρίνει για τις ανώφελες κι ανούσιες πολλές φορές δραστηριότητες κι ενασχολήσεις. Ίντριγκες, αντιπαλότητες, έρωτες φλογεροί, πολιτικές αντιπαραθέσεις, έντονος ανταγωνισμός σ' όλα τα επίπεδα, συζητήσεις επί συζητήσεων σε σαλόνια αριστοκρατικά που ο ίδιος παρευρισκόταν, αν και δεν ήτανε φανατικός τους. Όλ' αυτά έχουνε τη περίοπτη θέση τους στον κόσμο του. Αυτός ο αρχοντικός κύριος με τη κομψή ενδυμασία, είχε μέσα του το δαιμόνιο του ανθρώπου που θέτει εαυτόν ενώπιον της ανάκρισης του κοινού ίσως με μία διάθεση να εξιλεωθεί για τα δικά του σφάλματα. Ο Έζρα Πάουντ έγραψε το εξής: "Η δουλειά του καλλιτέχνη είναι να κάνει την ανθρωπότητα να συνειδητοποιεί τον εαυτό της". Στη περίπτωσή του αυτό έγινε κι αυτή η φράση ταιριάζει απόλυτα στο έργο του, που μεταξύ πονηρών κυριών κι αξιότιμων προσωπικοτήτων γράφει αυτά τα ανορθόδοξα βιβλία. Μήπως τελικά η πορεία του δημιουργού για πραγμάτωση στόχων δεν περνά μες από έναν ανήφορο δύσβατο γεμάτο εμπόδια; Εξάλλου, τι αξία θα 'χε η αποστολή του αν ο δρόμος ήτανε στρωμένος σα χαλί; Τα δύσκολα είναι τα ωραία!
     O Χένρυ συγκαταλέγεται χωρίς αμφιβολία στους εξέχοντες αφηγητές κι αναλυτές της κοινωνίας του 19ου αι. μ' αυτή τη πολύ ιδιαίτερη ματιά που προσεγγίζει το θέμα άνθρωπος και τη ψυχολογία του. Με βιβλία όπως το Θηρίο στη ζούγκλαοι Ευρωπαίοιοι Βοστονέζες κι ο Αμερικανός, άφησε το μοναδικό στίγμα του και μεταλαμπάδευσε αυτό στις επόμενες γενιές συγγραφέων του 20ου αι. Συγγραφέας βαθιά μοναχικός αλλά κι επιλεκτικά κοινωνικός, περιέγραψε τις προσωπικές του ανησυχίες εγείροντας θέματα καλλιτεχνικής φύσης και ρόλου του δημιουργού στην ίδια τη κοινωνία που άντλησε στοιχεία για να τη ψυχογραφήσει.



     Ο ίδιος μοιάζει να βρίσκεται πίσω από τον πρωταγωνιστή του, κριτικό λογοτεχνίας, που στο στόμα του βάζει όλ' αυτά τα λόγια, που ο ίδιος επιθυμεί να εκστομίσει με στόχο τη κακοπροαίρετη κι επιτηδευμένη κριτική λογοτεχνίας. Ποιός ο ρόλος του κριτικού και ποια τα περιθώρια κριτικής του σ' έργο που δεν είναι δικό του αλλά επιθυμεί να το αναλύσει; Πόσο σίγουρος είναι ο ίδιος για το έργο του και πόσο γνωρίζει τελικά το ίδιο του το μυστικό που τελικά μπορεί να τον οδηγήσει στην απόλυτη αναγνώριση, εφ' όσον αυτή υπάρχει στα αλήθεια; Είναι πολύ καυστικός κι αιχμηρός όταν τοποθετεί τον περήφανο κριτικό να κυνηγά σκιές και φαντάσματα, μυστικά και κρυμμένους θησαυρούς, εικόνες και λέξεις χωρίς κανέν αποτέλεσμα. Πρόκειται στη πραγματικότητα για ουτοπικό παιχνίδι, για χαμένη μάχη κι όλη η αφήγηση εκεί επικεντρώνεται με δεξιοτεχνία, φαντασία αλλά και σαρκαστική διάθεση προς τον άνθρωπο που θεωρεί πως μπορεί να δοκιμάσει τη τύχη του στη προσπάθεια ν' ανακαλύψει τον τροχό που κινεί το νου του συγγραφέα. Πολλές φορές ούτε ο ίδιος ο συγγραφέας δεν είναι σε θέση να κατανοήσει τον ίδιο του τον εαυτό και τα γραπτά του, πώς είναι δυνατόν να μπορέσει ο κριτικός να μεταφράσει, να ερμηνεύσει και ν' αποδώσει τις σκέψεις του συγγραφέα με απόλυτη επιτυχία; Άρα στο μόνο που μπορεί να ελπίζει ο κριτικός και μες απ' τα ίδια τα λεγόμενά του, είναι να 'ρθει όσο πιο κοντά γίνεται στο δημιουργό, ν' αντλήσει στοιχεία για τον ίδιο, να δώσει κάποια οπτική γωνία, μία πτυχή, δείγμα και ψήγμα της έμπνευσής του. Το εγχείρημα του κριτικού απαιτεί τόλμη και θάρρος, όχι θρασύτητα κι αφέλεια. Τότε ο κριτικός οφείλει ν' αποχωρεί ικανοποιημένος από το δικό του έργο που με όποια μέσα μπορούσε, επιτέλεσε. Κείνος δεν θα 'ναι παρά ένας μικρός συγγραφέας μπρος στον μεγάλο, απλός εργάτης, χαρούμενος που εργάστηκε με τιμιότητα και ζήλο. Η τέχνη είναι πάνω από τον έρωτα κι από τον κάθε λογής πειρασμό ή μήπως το πεπρωμένο του συναισθήματος φυγείν αδύνατον; Η καλλιτεχνική δημιουργία και το έργο οφείλει να διαγράφει και να χαράσσει δικό της δρόμο μακρυά από παρεισδύοντα εμπόδια κι ανακλήσεις ή ο δρόμος του πάθους και της ανάγκης του καλλιτέχνη για ερωτική διέγερση μπορεί και πρέπει να επηρεάζει τις προσλαμβάνουσες της έμπνευσης για να προσδώσει καλύτερα αποτελέσματα στην αποστολή του; Ερωτήματα κι απορίες που τίθενται επί τάπητος από τον James, τον ποιητή του λόγου, που αφιέρωσε τη ζωή του στη τέχνη του και δεν αποπροσανατολίστηκε από την οδό που ο ίδιος είχε ορίσει. Παλεύει ανάμεσα στην ελευθερία της κίνησης αλλά και των αποφάσεών του και μας θέτει ενώπιον διλημμάτων καλώντας μας εμμέσως πλην σαφώς, να αποκομίσουμε τα συμπεράσματα μας.
     Ο Τζέημς πειραματίστηκε με το αφηγηματικό ύφος του μυθιστορήματος και διείσδυσε σε θέματα που έχουν να κάνουν με τη συνείδηση και την αντίληψη του ατόμου. Οι χαρακτήρες των μυθιστορημάτων του εξωτερικεύονται και παραθέτουν τη δική τους εκδοχή για τη σειρά των πραγμάτων. Ήταν επίσης από τους θεμελιωτές της κριτικής των λογοτεχνικών έργων και παρότρυνε τους υπόλοιπους συγγραφείς, να παρουσιάζουνε την άποψή τους για το κόσμο μες απ' τα έργα τους. Έζησε 40 έτη στην Αγγλία και τα μυθιστορήματά του αναφέρονται συχνά σε Αμερικανούς και στις σχέσεις τους με την Ευρώπη και τους Ευρωπαίους.



     Ο Τζέημς είναι από τις σημαντικότερες μορφές της διατλαντικής λογοτεχνίας. Στα έργα του συχνά αντιπαραβάλει χαρακτήρες από τον Παλαιό Κόσμο (Ευρώπη), που είναι γοητευτικός, αλλά και διεφθαρμένος κι από τον Νέο Κόσμο (ΗΠΑ) που 'ναι μεν πιο ανέμελος, αλλά συνάμα και πιο συντηρητικός. Με αυτό τον τρόπο εξερευνά τη διαφορά ανάμεσα σε προσωπικότητες και πολιτισμούς. Ηρωίδες του ήτανε συχνά νεαρές Αμερικανές γυναίκες που 'χανε πέσει θύματα καταπίεσης ή κακοποίησης. Προς το τέλος της 2ης περιόδου, εγκατέλειψε τις άμεση εξιστόρηση των γεγονότων κι άρχισε να περιγράφει με λεπτομερή τρόπο τον τόπο και το χώρο, δίνοντας έτσι στον αναγνώστη σειρά από εικόνες. Μεγάλες αλλαγές παρατηρούνται τόσο στη μορφή του κειμένου όσο και στη σύνταξη των προτάσεων. Εστιάζοντας με το έργο του, τη προσοχή του αναγνώστη στην συνείδηση και τις σκέψεις των σημαντικότερών του χαρακτήρων, προμηνύει την εξέλιξη της μυθοπλασίας στη διάρκεια του 20ου αι. Βέβαια το ύφος των έργων του τη 3η περίοδο είναι δυσκολότερο.
     Το Ρόντερικ Χάντσον (Roderick Hudson, 1875), πραγματεύεται τη ζωή και τη καλλιτεχνική εξέλιξη ενός γλύπτη, ενώ το μυθιστόρημα του 1877 Ο Αμερικανός, διηγείται τις περιπέτειες ενός Αμερικανού επιχειρηματία στο 1ο του ταξίδι στην Ευρώπη. Στη Πλατεία Ουάσινγκτον, 1880, μας περιγράφει τη σχέση μεταξύ μιας γλυκειάς, στοργικής αλλά χαζής κόρης με τον αυταρχικό της πατέρα, σχέση που πρόκειται να υποστεί μεγάλο πλήγμα, αφ' ότου η κόρη πέσει στα δίχτυα ενός προικοθήρα. Αυτό το έργο του συγγραφέα παρομοιάστηκε με κείνα της Τζέην Ώστεν, λόγω του τρόπου που περιέγραψε τις σχέσεις μεταξύ των μελών μιας οικογένειας. Δεν είχε καμμιά συμπάθεια στο έργο της Ώστεν κι η σύγκριση τον εκνεύρισε. Το Πορτραίτο μιας κυρίας είναι το πιο δημοφιλές του μυθιστόρημα και το 'γραψε στο τέλος της 1ης περιόδου. Μια Αμερικανίδα που κληρονομεί μια τεράστια περιουσία ταξιδεύει στην Ευρώπη για να βρει τη τύχη της, εκεί πέφτει στη παγίδα που της στήνουνε δυο δολοπλόκοι Αμερικανοί. Το μυθιστόρημα Οι Βοστονέζοι, 1886, πραγματεύεται την ιστορία ενός συντηρητικού Αμερικανού πολιτικού από το Μισσισσιππή.
     1ο μυθιστόρημα της 2ης περιόδου είναι το Πριγκήπισσα Καζαμάσιμα, 1886, που ένας φτωχός νέος γνωρίζει μια κακομαθημένη αριστοκράτισσα και την αφήνει να τον παρασύρει σ' έναν κόσμο χλιδής κι ομορφιάς. Τα Φτερά της Περιστέρας  1902, είναι το 1ο μυθιστόρημα της 3ης περιόδου κι εξιστορεί την επιρροή που 'χει στη ζωή μιας πλούσιας Αμερικανίδας κληρονόμου μια σοβαρή ασθένεια. Έπειτα έγραψε το μυθιστόρημα κωμικού ύφους Οι Πρεσβευτές, που ένας Αμερικανός ταξιδεύει στην Ευρώπη για να συναντήσει το δύστροπο γιο της μνηστής του και στη συνέχεια έγραψε το πιο ώριμό του μυθιστόρημα Το Χρυσό Κύπελλο που είναι πολύπλοκη και βαθειά μελέτη στο θέμα του γάμου και της απιστίας.
     Τα γνωστότερα διηγήματα του Χένρυ Τζέημς είναι η Ντέιζυ Μίλλερ, 1878 και Το στρίψιμο της βίδας, 1898. Το ένα αφηγείται την ιστορία μιας Αμερικανίδας που απορρίπτει το φλερτ ενός πονηρού άνδρα και το άλλο είναι ιστορία φαντασμάτων με αμφιλεγόμενο χαρακτήρα κι ιδιαίτερη δυναμική στην αφήγηση, που 'χει να κάνει με τη γκουβερνάντα δυο ανήλικων ορφανών που αρχίζει να έχει οράματα που δεν είναι σίγουρο αν είναι αληθινά ή προϊόντα της φαντασίας της.Ο Χένρυ ενδιαφερόταν ιδιαίτερα γι' αυτό που αποκαλούσε: όμορφη και πιο ευτυχισμένη νουβέλα, ή τη μεγαλύτερη μορφή σύντομης αφήγησης. Πα' ρόλ' αυτά, παρήγαγε σειρά από πολύ σύντομα διηγήματα που πέτυχε αξιοσημείωτη συμπίεση μερικές φορές πολύπλοκων θεμάτων. Οι αφηγήσεις είναι αντιπροσωπευτικές του επιτεύγματός του στις μικρότερες μορφές μυθοπλασίας.

ΕΡΓΑ: 

Watch and Ward (Κηδεμόνας και κηδεμονευόμενη) (1871)
Ένας παθιασμένος προσκυνητής (1871), νουβέλα
Madame de Mauves (1874), νουβέλα
Roderick Hudson (Ρόντερικ Χάτσον) (1875)

Daisy Miller (1878), νουβέλα
The American (Ο Αμερικανός) (1877)
The Europeans (Οι Ευρωπαίοι) (1878),
Ένα διεθνές επεισόδιο (1878)
Confidence (Εμπιστοσύνη, 1879)
Washington Square (Πλατεία Ουάσινγκτον) (1880)
The Portrait of a Lady (Το πορτραίτο μιας κυρίας) (1881)
The Bostonians (Οι Βοστωνέζοι) (1886)
The Princess Casamassima (Πριγκίπισσα Καζαμάσιμα) (1886)

The Aspern Papers (1888), νουβέλα
Το μάθημα του Δασκάλου (1888), νουβέλα
The Reverberator (Ο ανακλαστήρας, 1888)
The Tragic Muse (Η Τραγική Μούσα) (1890)

Ο μαθητής (1891), διήγημα
Η φιγούρα στο χαλί (1896), διήγημαThe Other House (Το άλλο σπίτι, 1896)
The Spoils of Poynton (Τα Λάφυρα του Πόιντον) (1897)
What Maisie Knew (Τί ήξερε η Μέιζι) (1897)
The Awkward Age (Η Άχαρη Ηλικία) (1899)
The Sacred Fount (1901)
The Wings of the Dove (Τα Φτερά της Περιστέρας) (1902)
The Ambassadors (Οι Πρεσβευτές) (1903)

Το θηρίο στη ζούγκλα (1903), νουβέλα
The Golden Bowl (Το Χρυσό Κύπελλο) (1904)
The Whole Family (Έμπνευση και δημιουργία) (συνεργασία με άλλους 11 συγγραφείς, 1908)
The Outcry (1911)
The Ivory Tower (Ο πύργος από ελεφαντόδοντο, ημιτελές, δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του το 1917)
The Sense of the Past (Η αίσθηση του παρελθόντος, ημιτελές, δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του το 1917)

Εικόνα & κείμενο
Τέσσερις συναντήσεις (1885)
Μια ζωή στο Λονδίνο κι άλλες ιστορίες (1889)
Τα λάφυρα του Poynton (1896)
Αμηχανίες (1896)
Οι δύο μαγικές: Το γύρισμα της βίδας, που καλύπτει το τέλος (1898)
Στο κλουβί (1898), νουβέλα
Ένας μικρός γύρος της Γαλλίας (1900)
Η ιερή πηγή (1901)
Η γενέτειρα (1903)
Θέα και κριτικές (1908)
Ο λεπτότερος κόκκος (1910)
Η κατακραυγή (1911)
Lady Barbarina: Η πολιορκία του Λονδίνου, ένα διεθνές επεισόδιο κι άλλες ιστορίες (1922)


διηγήματα
A Tragedy of Error (Ένα τραγικό λάθος) (1864)
The Story of a Year (
Η ιστορία ενός χρόνου) (1865)
A Landscape Painter (Ένας τοπιογράφος) (1866)
A Day of Days (Μια μεγάλη μέρα)
My Friend Bingham (Ο φιλος μου Μπίνγκαμ)
Poor Richard
The Story of a Masterpiece (Ιστορία ενός αριστουργήματος), (1866)
A Most Extraordinary Case
A Problem
De Grey: A Romance
Osborne's Revenge, (1866)
The Romance of Certain Old Clothes (Η γοητεία ορισμένων παλιών ρούχων) (1868)
A Light Man
Gabrielle de Bergerac
Travelling Companions
A Passionate Pilgrim (1871)
At Isella
Master Eustace
Guest's Confession
The Madonna of the Future
The Sweetheart of M. Briseux
The Last of the Valerii
Madame de Mauves (1874)
Adina
Professor Fargo
Eugene Pickering
Benvolio
Crawford's Consistency (Η συνέπεια του Κρόφορντ)
The Ghostly Rental
Rose-Agathe
Daisy Miller (Ντέιζι Μίλερ) (1878)
Longstaff's Marriage
An International Episode
The Pension Beaurepas
A Diary of a Man of Fifty (Το ημερολόγιο ενός πενηντάρη), 
Four Meetings (Τέσσερεις συναντήσεις) (1879)
A Bundle of Letters (Μια δέσμη επιστολών) (1879)
The Point of View
The Siege of London
Impressions of a Cousin (Εντυπώσεις ενός εξαδέλφου)
Lady Barbarina
Pandora
The Author of Beltraffio (1884)
Georgina's Reasons
A New England Winter
The Path of Duty
Mrs. Temperly
Louisa Pallant
The Aspern Papers (Τα χαρτιά του Άσπερν) (1888)
The Liar
A Modern Warning
A London Life (1888)
The Pupil (Ο μαθητής) (1891)
Brooksmith (Μπρούκσμιθ) (1891)
The Marriages
The Chaperon
Sir Edmund Orme (Σερ Έντμουντ Ορμ) (1879)
The Solution
The Lesson of the Master (Το μάθημα του δασκάλου) (1892)
Nona Vincent
The Real Thing (Το αυθεντικό) (1892)
The Private Life (Η ιδιωτική ζωή) (1893)
Lord Beaupré

The Visits (Οι επισκέπτες)
Sir Dominick Ferrand
Greville Fane
Collaboration
Owen Wingrave
The Wheel of Time (Ο τροχός του χρόνου) (1893
The Middle Years (Η μέση ηλικία) (1893)
The Death of the Lion (1894)
The Coxon Fund (1894)
The Next Time (1895)
The Altar of the Dead (Ο βωμός των νεκρών) (1895)
The Friends of the Friends (Οι φίλοι των φίλων) (1896)
Glasses by Henry James (1896)
The Figure in the Carpet (Η εικόνα στο χαλί) (1896)
The Way It Came
The Turn of the Screw (Το στρίψιμο της βίδας) (1898
Covering End
In the Cage (1898)
John Delavoy
The Given Case
Europe (1899)
The Great Condition
The Real Right Thing
Paste (1899)
The Great Good Place (1900)
Maud-Evelyn (Μοντ Έβελιν) (1900), (1879)
Miss Gunton of Poughkeepsie
The Tree of Knowledge
The Abasement of the Northmores
The Third Person
The Special Type (Μια εξαιρετική περίπτωση)
The Tone of Time
Broken Wings
The Two Faces
Mrs. Medwin (1900)
The Beldonald Holbein
The Story in It
Flickerbridge
The Birthplace (1903)
The Beast in the Jungle (Το θηρίο στη ζούγκλα) (1903)
The Papers
Fordham Castle
Julia Bride (Τζούλια Μπράιντ) (1909)
The Jolly Corner (1908)
The Velvet Glove
Mora Montravers
Crapy Cornelia (Κράπι Κορνήλια)
The Bench of Desolation
A Round of Visits (Σειρά επισκέψεων) (1910)


ΡΗΤΑ:

* Αντιλαμβανόμουν μάλιστα ποια απώλεια με στενοχωρούσε πιο πολύ. Είχα αγαπήσει τον άνθρωπο περισσότερο από τα βιβλία.
* Η βαθειά εμπειρία δεν είναι ποτέ ειρηνική.
* Πάντα με ενδιέφεραν οι άνθρωποι, αλλά ποτέ δεν μου άρεσαν.
* Μακροπρόθεσμα μια γνώμη συχνά δανείζεται πίστωση από την ανοχή των προστατών της.
* Είναι καιρός να αρχίσετε να ζείτε τη ζωή που έχετε ονειρευτεί.
* Θεωρώ επαρκώς δικαιολογημένο κάθε συγγραφέα που είναι ο ίδιος ερωτευμένος με το θέμα του.
* Αν και υπάρχουν μερικά δυσάρεστα πράγματα στη Βενετία, δεν υπάρχει τίποτα τόσο δυσάρεστο όσο οι επισκέπτες.
* Υπάρχουν δύο είδη γούστου στην εκτίμηση της ευφάνταστης λογοτεχνίας: η γεύση για τα συναισθήματα της έκπληξης και η γεύση για τα συναισθήματα της αναγνώρισης.
* Μια παράδοση διατηρείται ζωντανή μόνο αν προστεθεί κάτι σε αυτήν.
* Εάν ο καλλιτέχνης είναι αναγκαστικά ευαίσθητος, αυτή η ευαισθησία σχηματίζει στην ουσία της μια κατάσταση διαρκώς ικανή να σκιάζεται στο νοσηρό; Αυτή η ευθύνη, εξάλλου, αυξάνεται αναλογικά καθώς η προσπάθεια είναι μεγάλη και η φιλοδοξία έντονη;
* Το να πάρεις ό,τι υπάρχει και να το χρησιμοποιήσεις, χωρίς να περιμένεις μάταια για πάντα το προκαθορισμένο - να σκάψεις βαθιά στο πραγματικό και να βγάλεις κάτι από αυτό - αυτός είναι αναμφίβολα ο σωστός τρόπος ζωής.
* Η υπεροχή της γνώμης ενός άντρα έναντι του άλλου δεν είναι ποτέ τόσο μεγάλη όσο όταν η γνώμη αφορά μια γυναίκα.
* Η πρακτική της αναθεώρησης… γενικά δεν έχει τίποτα κοινό με την τέχνη της κριτικής.
* Η κριτική αίσθηση δεν είναι τόσο συχνή που είναι απολύτως σπάνια, και η κατοχή του συνόλου των ιδιοτήτων που της υπηρετούν είναι μια από τις υψηλότερες διακρίσεις... Υπό αυτό το πρίσμα βλέπει κανείς τον κριτικό ως τον πραγματικό βοηθό του καλλιτέχνη, ένας λαμπαδηδρόμος, ο διερμηνέας, ο αδερφός... Ακριβώς σε αναλογία όπως είναι αισθανόμενος και ανήσυχος, ακριβώς σε αναλογία όπως αντιδρά και ανταποδίδει και διεισδύει, είναι ο κριτικός ένα πολύτιμο όργανο.
* Όσο κι αν είναι καθήκον των περισσότερων από εμάς να κάνουμε το καθήκον μας, δεν υπάρχει, παρά τους χίλιους στενούς δογματισμούς, τίποτα στον κόσμο που να έχει την ελάχιστη υποχρέωση να αρέσει σε κανέναν -ούτε καν (προστατεύει τον εαυτό του να ρισκάρει τη δήλωση ) ένα συγκεκριμένο είδος γραφής.
* Δουλεύουμε στο σκοτάδι -κάνουμε ό,τι μπορούμε -δίνουμε ό,τι έχουμε. Η αμφιβολία μας είναι το πάθος μας και το πάθος μας είναι το καθήκον μας. Τα υπόλοιπα είναι η τρέλα της τέχνης.
* Δεν έχω ένα πλάσμα για να μιλήσω... Πώς στη Βοστώνη, όταν φτάνει το βράδυ, και έχω κουραστεί να διαβάζω και ξέρω ότι θα ήταν καλύτερα να κάνω κάτι άλλο, μπορώ να πάω στο θέατρο; Το έχω δοκιμάσει, ad nauseam. Ομοίως καλώντας. Σε ποιον;
* Μη δίνεις σημασία σε οτιδήποτε σου λέει οποιοσδήποτε για οποιονδήποτε. Να τους κρίνεις όλους και όλα μόνος σου.
* Γάτες και πίθηκοι -πίθηκοι και γάτες- όλη η ανθρώπινη ζωή είναι εκεί!
* Απαιτήθηκε υπερβολικά μεγάλο κομμάτι της ζωής του για να δημιουργήσει υπερβολικά μικρό κομμάτι της τέχνης του.
* Τα πάντα στη Φλωρεντία φαίνεται να είναι χρωματισμένα με μια ήπια βιολέτα, όπως το αραιωμένο κρασί.
* Η ζωή του δημιουργού είναι η τέχνη του.
* Οι δυνατές εμπειρίες δεν είναι ποτέ γαλήνιες.
* Η επιλογή μου είναι ο παλιός κόσμος -η επιλογή μου, η ανάγκη μου, η ζωή μου.
* Το πρόσωπο της φύσης και του πολιτισμού σε αυτή τη χώρα μας είναι σε κάποιο σημείο ένα πολύ επαρκές λογοτεχνικό πεδίο. Αλλά θα αποκαλύψει τα μυστικά του μόνο σε μια πραγματικά συναρπαστική φαντασία... Για να γράψει κανείς καλά και επάξια για τα αμερικανικά πράγματα χρειάζεται ακόμη περισσότερο από οπουδήποτε αλλού να είναι κύριος.
* Χρειάζεται μια τεράστια ποσότητα Ιστορίας για να δημιουργηθεί έστω και μια μικρή ποσότητα Παράδοσης.
* Είχε ένα απαράμιλλο χάρισμα, ειδικά το στυλό στο χέρι, να συμπιέζει μεγάλα λάθη σε μικρές ευκαιρίες.
* Η μόνη επιτυχία που άξιζε το σκόνη κάποιου ήταν η επιτυχία στη γραμμή της ιδιοσυγκρασίας του. Η συνέπεια ήταν από μόνη της διάκριση, και τι ήταν το ταλέντο εκτός από την τέχνη του να είσαι εντελώς ό,τι κι αν ήταν;
* Η διαχρονική σάλτσα ψωμιού του happy end.
* Το μυστικό του Βέρεκερ, αγαπητέ μου -η γενική πρόθεση των βιβλίων του: η χορδή πάνω στην οποία ήταν κορδόνια τα μαργαριτάρια, ο θαμμένος θησαυρός, η φιγούρα στο χαλί.
* Είναι έξω από τα πάντα, και εξωγήινος παντού. Είναι ένας αισθητικά μοναχικός. Η όμορφη, ανάλαφρη φαντασία του είναι το φτερό που το φθινοπωρινό βράδυ απλώς βουρτσίζει το σκοτεινό παράθυρο.
* Χαίρομαι που σου αρέσουν τα επιρρήματα -τα λατρεύω. Είναι τα μόνα προσόντα που σέβομαι πολύ.
* Πρέπει να ξέρουμε, όσο το δυνατόν περισσότερο, στην όμορφη τέχνη μας...τι μιλάμε -και ο μόνος τρόπος να μάθουμε είναι να έχουμε ζήσει και να έχουμε αγαπήσει και να καταριόμαστε και να έχουμε παραπαίει και να απολαμβάνουμε και να υποφέρουμε. Νομίζω ότι δεν μετανιώνω ούτε μια «υπερβολή» της ανταποκρινόμενης νιότης μου -μετανιώνω μόνο, στη ψυχρή μου ηλικία, για ορισμένες περιπτώσεις και δυνατότητες που δεν αγκάλιασα.
* Εξακολουθώ, παρουσία ζωής... έχω αντιδράσεις -όσο το δυνατόν περισσότερες... Είναι, υποθέτω, γιατί είμαι εκείνο το queer τέρας, ο καλλιτέχνης, μια επίμονη οριστικότητα, μια ανεξάντλητη ευαισθησία. Εξ ου και οι αντιδράσεις -εμφανίσεις, αναμνήσεις, πολλά πράγματα, συνεχίζουν να το παίζουν με συνέπειες που σημειώνω και «απολαμβάνω» (ζοφερή λέξη!) να σημειώνω. Όλα χρειάζονται δουλειά -και το κάνω. Πιστεύω ότι θα το ξανακάνω -είναι ακόμα μια πράξη ζωής.
* Το αποτέλεσμα, αν όχι το πρωταρχικό αξίωμα, της κριτικής είναι να κάνει την απορρόφηση και την απόλαυση των πραγμάτων που τρέφουν το μυαλό όσο το δυνατόν περισσότερο, αφού αυτή η επίγνωση επιταχύνει τη διανοητική απαίτηση, η οποία με τη σειρά της περιπλανάται όλο και περισσότερο για βοσκή. Αυτή η ενέργεια από την πλευρά του νου πρακτικά ισοδυναμεί με μια προσέγγιση για τους λόγους του ενδιαφέροντός του, καθώς μόνο με τη διαπίστωσή τους μπορεί το ενδιαφέρον να μεγαλώσει περισσότερο. Αυτή είναι η ίδια η εκπαίδευση της ευφάνταστης ζωής μας.
* Είναι η τέχνη που φτιάχνει τη ζωή, προκαλεί ενδιαφέρον, δίνει σημασία για την εξέταση και την εφαρμογή αυτών των πραγμάτων, και δεν γνωρίζω κανένα υποκατάστατο για τη δύναμη και την ομορφιά της διαδικασίας της.
* Η γεμάτη, η τερατώδης επίδειξη ότι ο Tennyson δεν ήταν Tennysonian.
* Μέρα με τη μέρα η περιέργειά μου όχι μόνο δεν αμβλύνθηκε αλλά έγινε γνώριμο μαρτύριο που στοίχειωνε τις μέρες και τις νύχτες μου.
* Το χρήμα είναι κάτι αποτρόπαιο να το κυνηγάς, αλλά κάτι ευχάριστο να το συναντάς.
* Είναι μια περίπλοκη μοίρα, όντας Αμερικανός, και μία από τις ευθύνες που συνεπάγεται είναι η καταπολέμηση μιας δεισιδαιμονικής αποτίμησης της Ευρώπης.
* Στη τέχνη, η οικονομία είναι πάντα ομορφιά.



0 comments:

Post a Comment